του Ευθύμη Κουτσούκη (Mr EX)
Τον λένε Θεοδόση Πελεγρίνη και στο σανίδι αισθάνεται καλά, καθώς του αποκάλυψε πόσο σπουδαίο είναι το φαινόμενο της ζωής. Τον εν λόγω… πανεπιστήμονα, ο οποίος προσπάθησε να είναι δίκαιος, γνωρίζετε σίγουρα ως πρύτανη και πολιτικό, καθηγητή φιλοσοφίας, αλλά και συγγραφέα-ηθοποιό.
Με αφορμή τη θεατρική παράσταση “Τρύπιο Βαρέλι“, που φέρει την υπογραφή του, παράλληλα με τη σκηνική του παρουσία, ο “ΕΞ”, όντας και σε αυτό το πολιτιστικό δρώμενο χορηγός επικοινωνίας, του παρεχώρησε το συνεντευξιακό βήμα, θέτοντάς του, όπως πάντα, διαφορετικές, ΕΞ-αιρετικές ερωτήσεις… Οι απαντήσεις του, ΕΞυπακούεται, ΈΞω από τα κλισέ και τα καθιερωμένα. Απολαύστε ΕΞόχως!
Και για όσους το προτιμούν αγγλιστί, EXjoy, stay EXtraordinary, stay “EX“…!
{η συνέντευξη και στο φύλλο του Εξαρχειώτη: Oκτώβριος-Νοέμβριος 2018}
Φιλοσοφία, θέατρο, πολιτική… Ή διαφορετικά πανεπιστημιακό, συγγραφικό / ερμηνευτικό και πολιτικό έργο… Ποια η σχέση σου με τον κάθε τομέα ξεχωριστά; Πώς συνδέονται μεταξύ τους στο μυαλό και στην επαγγελματική σου πορεία;
-Η φιλοσοφία με βοήθησε να ξεφύγω από το κατεστημένο, με την ευρεία σημασία του όρου, να αρθώ πάνω από παραδεδομένες βεβαιότητες και καταστάσεις καθιερωμένες, να δω τη ζωή πιο πλατιά. Το θέατρο (ειδικότερα μάλιστα από την πλευρά του υποκριτού) μου επέτρεψε να δω την πολυπλοκότητα της ζωής. Όταν στη ζωή σηκώνομε απλώς το χέρι μας, το κάνομε με απόλυτη ευκολία, χωρίς καν να σκεφτούμε, αυθόρμητα. Για την ίδια κίνηση στο θέατρο, για να την πετύχω και να γίνει τόσο φυσική όσο στη ζωή, θα χρειαστεί να κάνω και πέντε και δέκα και παραπάνω ίσως πρόβες. Είναι η ίδια κίνηση αυτή που κάνω τελικά στο θέατρο με εκείνη που κάνω στη ζωή, αλλά ψαγμένη. Το θέατρο, να το πω αλλιώς, μου αποκάλυψε πόσο σπουδαίο είναι το φαινόμενο της ζωής. Η πολιτική είναι η διαχείριση της ζωής. Ο πρώην πρωθυπουργός της Αγγλία Χάρολντ Μακμίλαν είπε ότι η πολιτική είναι άνθρωποι, που σημαίνει ότι η πολιτική σε προτρέπει πώς να χειριστείς τους ανθρώπους. Σε αυτή την έννοια της πολιτικής κατέγινα από πολύ νέος, όχι ενταχθείς, να το διασαφήσω αυτό, σε κόμματα, οργανισμούς ή συλλόγους. Δεν υπήρξα ποτέ μέλος πολιτικού φορέα ή άλλου φορέα προσιδιάζοντος σε κομματικό οργανισμό, όπως κατηχητικό, θρησκευτική οργάνωση, μασονία κ.λπ. Ο μόνος σύλλογος που θα με εντοπίσετε είναι η ποδοσφαιρική ομάδα που έπαιζα παλιά. Άσκησα την πολιτική με τρόπο μοναχικό, σύμφωνα με τις ιδέες μου και το ενδιαφέρον μου για τους ανθρώπους.
Καταρχάς, όσον αφορά στο μαγικό κόσμο της φιλοσοφίας. Ποια η σημασία της στην προσωπική εξέλιξη του ανθρώπου και συγκεκριμένα στη δική σου; Ποια τα στοιχεία της, που την καθιστούν ξεχωριστή ως… επιστήμη;
-Φιλοσοφία, κατά τη γνώμη μου, σημαίνει να ξαναπαίρνεις από την αρχή έναν δρόμο που έχεις διατρέξει, και να δεις τι έκανες σωστό και τι λάθος, τι θα έπρεπε να κάνεις και δεν το έκανες, και ούτω καθεξής. Την φιλοσοφία δεν την ενδιαφέρει τι ισχύει στην πραγματικότητα (αυτό είναι δουλειά της επιστήμης), αλλά τι θα έπρεπε ή τι θα μπορούσε να ισχύει. Επιδιώκοντας ο φιλόσοφος να πει πράγματα που δεν ισχύουν στην πραγματικότητα, αλλά πράγματα που θα έπρεπε ή θα μπορούσαν να ισχύουν μιλάει συχνά παράξενα, με αποτέλεσμα να εμφανίζεται πολλές φορές σαν απόκοσμος και γραφικός. Γι αυτό ο Ράσελ έλεγε ότι εκείνος που θα αποφασίσει να ασχοληθεί εις την φιλοσοφία οφείλει πρωτίστως να συνηθίσει στις παραδοξολογίες. Μοιραία ο φιλόσοφος, καθώς δεν δέχεται τίποτε σαν δεδομένο και τελεσίδικο, γίνεται ενοχλητικός. Ο πολύς Σωκράτης παρομοίαζε τον εαυτό του με την αλογόμυγα, και ακούγοντας την εις θάνατον καταδίκη του στο δικαστήριο, ευχήθηκε στους Αθηναίους ο Θεός να τους στείλει μιαν αλογόμυγα, όπως αυτός, να τους διεγείρει. Εν κατακλείδι, η επιστήμη έχει σαν στόχο να φτάνει σε βεβαιότητες και πορίσματα, που ενδέχεται βέβαια με την εξέλιξή της να ανατραπούν και να αντικατασταθούν από άλλες βεβαιότητες και πορίσματα, σε αντίθεση προς την φιλοσοφία που πυρήνας της είναι η αμφισβήτηση.
Εφόσον έγινε αναφορά στον όρο πανεπιστήμιο, η ιδιότητα του “πανεπιστήμονα” αποτέλεσε προσωπική σου επιδίωξη; Είναι μία σκέψη με την οποία φλέρταρες από την αρχή της ακαδημαϊκής σου καριέρας;
-Άσκησα τη φιλοσοφία τόσο ως επαγγελματίας, καθόσον το βιοποριστικό επάγγελμα ήταν εκείνο του καθηγητού της φιλοσοφίας, όσο και ως ερασιτέχνης, ως εραστής της τέχνης της φιλοσοφίας. Ανήκω σε μεσοαστική οικογένεια, οι γονείς μου υπήρξαν από πολύ νέοι μετανάστες στην Αφρική και το όνειρό τους ήταν εγώ και τα αδέλφια να σπουδάσομε. Ως φοιτητής ποτέ δεν πέρασε από το μυαλό μου να ακολουθήσω τη σταδιοδρομία του πανεπιστημιακού καθηγητού. Όχι ότι δεν με ήλκυε η ιδέα αυτή, αλλά γιατί απλώς το θεωρούσα άπιαστο όνειρο. Η έναταξή μου στο πανεπιστημιακό δυναμικό μου προέκυψε, που λένε. Έφυγα μεσούσης της δικτατορίας για μεταπτυχιακές σπουδές στην Αγγλία και όταν επέστρεψα ο αείμνηστος καθηγητής της φιλοσοφίας Ιωάννης Θεοδωρακόπουλος, έχοντας διαβάσει τη διδακτορική διατριβή μου, με προέτρεψε να αναμετρηθώ με τα «θηρία» της φιλοσοφικής σχολής τότε, πολλοί από τους οποίους ήταν καθηγητές μου όταν ήμουν φοιτητής. Το απετόλμησα, και ακολούθησαν τα υπόλοιπα.
Επιστημονικές μελέτες, δοκίμια και θεατρικά έργα. Πόσο δημιουργικός είναι ο γραπτός λόγος για εσένα; Είναι ίσως η βασικότερη παρακαταθήκη σου;
-Το αξίωμά μου είναι το λατινικό απόφθεγμα nulla dies sine linea, να μην περάσει ημέρα δίχως να γράψεις γραμμή. Πολύ φοβούμαι ότι, αν, για λόγους ανεξαρτήτως της θελήσεώς μου, μου αφαιρεθεί το δικαίωμα να γράφω, δεν θα μου μένει τίποτε άλλο παρά να πεθάνω, θα είμαι, αν βιολογικά εξακολουθώ να βρίσκομαι εν ζωή, ένας ζωντανός νεκρός. Ναι, η μόνη παρακαταθήκη μου θα είναι το συγγραφικό έργο μου, ασχέτως αν θα το διαβάζουν ή δεν θα το διαβάζουν. Η διδασκαλία στο πανεπιστήμιο τελειώνει με την αφυπηρέτηση, η υποκριτική ανθεί όσο βρίσκεσαι στη σκηνή, η πολιτική διαρκεί όσο μπορείς να κάνεις πράγματα για τους ανθρώπους. Το συγγραφικό έργο είναι εκεί, μέχρι να καταστραφεί ο πλανήτης μας.
Το πέρασμα σου από την πολιτική και η… ιχνογραφία που άφησε στην ψυχή σου. Ποια η κυρίαρχη αίσθηση που εξέλαβες από το ευρύτερο περιβάλλον σου για το εν λόγω κεφάλαιο της ζωής σου; Υπάρχει ενδεχόμενο για νέα κεφάλαιά σου στον πολιτικό στίβο;
-Ανέκαθεν ασχολήθηκα εις την πολιτική με τρόπο μοναχικό, έξω από κόμματα και πολιτικούς φορείς, σύμφωνα μόνο με τις ιδέες μου και το ενδιαφέρον μου για τους ανθρώπους. Πριν από τρία περίπου χρόνια ο πρωθυπουργός μου πρότεινε την θέση του υφυπουργού Παιδείας. Κι ασφαλώς δεν το μετάνιωσα. Ήταν κι αυτό μια εμπειρία με τις θετικές και τις αρνητικές όψεις της. Και βέβαια, αν θα υπήρχε ανάλογη πρόταση στο μέλλον και έκρινα ότι θα μπορούσα να φανώ χρήσιμος, δεν θα ηρνούμην. Οφείλω όμως να πω, γιατί πολλές φορές μου θέτουν το ερώτημα τι θα προτιμούσα: την πρυτανεία ή το υπουργείο, ότι θα επέλεγα την πρυτανεία. Ως πρύτανης, εφόσον βέβαια θέλεις να μπεις στη φωτιά, ασκείς πολιτική, αναλαμβάνεις προσωπικές ευθύνες, αντιπαρατίθεσαι, μάχεσαι αυτόνομα. Στο υπουργείο οι δράσεις σου είναι περιορισμένες. Οφείλεις, αν παραμείνεις βέβαια στην θέση σου, να ακολουθείς την πολιτική του υπουργείου, κατόπιν την πολιτική της κυβέρνησης, και τέλος τις εντολές του πρωθυπουργού. Τα πράγματα, θέλω να πω, στο υπουργείο για μένα ήταν πιο ανώδυνα από όσο στην πρυτανεία. Η διαφορά νομίζω είναι σαφής.
Ο ρόλος της θεάς Θέμιδας στη σύγχρονη ελληνική πραγματικότητα. Θέλω την άποψή σου τόσο σε επιστημονικό, όσο και σε πολιτικό επίπεδο. Θα χαρακτήριζες τον εαυτό σου δίκαιο; Τυχόν λάθη σου, παραλείψεις και δεδομένα που θα ήθελες να αλλάξεις.
-Ναι βέβαια υπάρχουν περιπτώσεις που θα ήθελα να τις είχα χειριστεί αλλιώς, και, αν μπορούσα να γυρίσω πίσω στον χρόνο, θα το έκανα. Δεν έχω πρόβλημα να αναγνωρίζω τα λάθη μου και τις εσφαλμένες εκτιμήσεις μου και επιλογές μου. Γενικώς, μπορώ να πω υπήρξα δίκαιος με τους ανθρώπους γύρω μου. Αλλά, ξέρεις, το δίκαιο είναι μια σκληρή και άκρως περιοριστική έννοια. Ο Ζάλευκος, ξακουστός Έλληνας νομοθέτης του 7ου αιώνα π.Χ., διακήρυξε την πιστή, χωρίς παρέκκλιση, εφαρμογή των νόμων. Εξ ου και το όνομά του Ζάλευκος, δηλαδή πάλλευκος (όπως λέμε ζάπλουτο τον απόλυτα πλούσιο). Δεν δίσταζε να καταδικάσει και τον γιο του ακόμη για μοιχεία σε τύφλωση. Απλώς διέταξε να αφαιρέσουν το ένα μάτι μόνο από τον γιο του, και το άλλο από τον ίδιο. Ο Αριστοτέλης όμως δίπλα στην έννοια του δικαίου έθεσε την ιδέα της επιείκειας, την υποχρέωσή μας όταν κρίνομε τις πράξεις των άλλων να τις κρίνομε όχι μόνο με βάση τις αρχές του δικαίου αλλά λαμβάνοντας υπόψη μας και τις ιδιαίτερες συνθήκες που πράττει κανείς. Η κλοπή είναι χωρίς αμφιβολία στο πλαίσιο του πολιτισμού μας επιλήψιμη πράξη και καταδικαστέα. Αλλά δεν μπορείς να κρίνεις όλους τους κλέφτες το ίδιο. Αλλιώς θα κρίνεις εκείνον που κλέβει για να πάει στα μπουζούκια και αλλιώς εκείνον που κλέβει για να πάρει φάρμακα για το παιδί του που κινδυνεύει να πεθάνει. Με αυτή την έννοια προσπάθησα να είμαι δίκαιος, δίκαιος στο πνεύμα της επιείκειας. Τόσο όποτε βρέθηκα σε θέσεις ευθύνης όσο και στην καθημερινή μου ζωή. Και επίτρεψε μου να προσθέσω και το εξής: χρειάστηκε στη μακρά διαδρομή μου στον εκπαιδευτικό και γενικότερα, στον δημόσιο βίο μου να συγκρουστώ. Σε ό, τι με αφορά, εχθρούς δεν έκανα, αντιπάλους έκανα. Η έχθρα περικλείει το μίσος, που σημαίνει να θέλεις να εξαφανιστεί ο άλλος, να πεθάνει. Η αντιπαλότητα παραπέμπει απλώς στη διαφορετική γνώμη και θέση.
Η υπερβολική, ειδικά στις ημέρες μας, ανάγκη για το φαίνεσθαι. Παράλληλα με την επιδίωξη της επιβράβευσης. Αν και σε ποιο βαθμό σε αγγίζουν; Πόσο έντονη είναι διαχρονικά η επιθυμία της ανθρώπινης φύσης για αυτοπροβολή;
-Υπήρξαν μαθητές μου, καταξιωμένοι μάλιστα σήμερα επιστήμονες, και νεαρότεροι συνάδελφοί μου, που σκέφτηκαν να οργανώσουν τιμητική εκδήλωση για το πρόσωπό μου και να εκδώσουν τον λεγόμενο χαριστήριο τόμο. Τους παρήγγειλα, όταν το πληροφορήθηκα, ότι εγώ δεν θα παραστώ. Άλλοι το επιδιώκουν ή, έστω, θα το επεδίωκαν. Δεν θα κάνω εκείνο το γελοίο που έκανε ένας βασιλιάς της Ισπανίας, ο Ιάκωβος Α, αν θυμάμαι, ο οποίος ήθελε να δει την κηδεία του. Τους μάζεψε λοιπόν όλους τους αξιωματούχους μια μέρα στη μεγάλη αίθουσα του παλατιού, με ένα φέρετρο καταμεσής, και, αφού κάθισε ο ίδιος στον θρόνο, καλούσε τον καθένα να εκφωνήσει τον επαινετικό λόγο του. Αναμφιβόλως είναι διαδεδομένη η τάση για αυτοπροβολή, αλλά εξαρτάται πώς έχεις μεγαλώσει, και πόσο ώριμο σε έχει κάνει η ζωή. Κάνε ό, τι κάνεις όσο μπορείς καλύτερα, και τα λόγια και τις τιμές άσ’ τα. Τις πράξεις σου θα εκτιμήσει ο άλλος. Θυμάμαι μια περικοπή της διαθήκης του αείμνηστου Χαρίλαου Φλωράκη. Δεν θυμάμαι ακριβώς τα λόγια του αλλά το νόημα ήταν το εξής: μου λένε να δώσω συμβουλές, αλλά ό, τι ήταν να πω το είπα με την δράση μου. Τελεία και παύλα.
Τα βραβεία που σου απονεμήθηκαν και η βαρύτητα που έχουν σε σχέση με το κομμάτι της αναγνώρισης. Το μεγαλύτερο ηθικό και ψυχολογικό βραβείο που έχεις λάβει, άτυπα.
-Πριν από λίγες ημέρες παρακολούθησα στο θέατρο Αλκμήνη τον μονόλογο του Γκιγιώμ Γκαλιέν «Γκυγιώμ, γλυκιά μου», σε σκηνοθεσία Άννας Χατζησοφιά, με τον Περικλή Λιανό. Εξαιρετική παράσταση, με έναν υπέροχο ηθοποιό, στον οποίο τηλεφώνησα την επομένη για να του εκφράσω τον θαυμασμό μου. Αφού με ευχαρίστησε, μου είπε ότι κι αυτός με ήξερε από το «Λεξικό της φιλοσοφίας» μου. Αυτός είναι ο έπαινος: να με βρίσκουν άνθρωποι, γνωστοί και άγνωστοι, και να μου λένε ότι έχουν διαβάσει τα βιβλία μου. Όπως επίσης με συγκινούν όταν με ευχαριστούν υπάλληλοι του πανεπιστημίου Αθηνών που παραμένουν ακόμα στις θέσεις τους. Το 2013 η τότε κυβέρνηση είχε αποφασίσει την απόλυσή τους. Οι υπάλληλοι με μια πρωτοφανή καθολικής εκτάσεως απεργία τριών μηνών μεσούσης της μεγάλης οικονομικής κρίσης αντιστάθηκαν. Δεν τους εγκατέλειψα, όπως ωρύοντο να κάνω τα ΜΜΕ. Εξετίμησαν οι υπάλληλοι το γεγονός ότι, παρά τις διώξεις που μου ασκήθηκαν, έμεινα στο πλευρό τους. Αυτά μετράνε στην ζωή μου: το έργο μου και η δράση μου όταν βρίσκει ανταπόκριση στους ανθρώπους.
Δύο λόγια για την “Πανδημία”, στην οποία υποδύθηκες έναν δημοσιογράφο…
-Μια εξαιρετική εμπειρία. Είχα συμμετάσχει προηγουμένως σε μια μικρού μήκους αγγλόφωνη ταινία επιστημονικής φαντασίας, αλλά στην Πανδημία, δίπλα σε καταξιωμένους ηθοποιούς, γεύτηκα την εμπειρία του σινεμά στο μεδούλι της, που λένε. Ευγνωμονώ τον Δημήτρη για την ευκαιρία που μου έδωσε.
Σανίδι, επαφή με το κοινό… Με αφορμή το πιο πρόσφατο θεατρικό σου ταξίδι, ως συγγραφέας και ηθοποιός, πόσο Τρύπιο είναι τελικά το Βαρέλι; Ποια τα κυρίαρχα νοήματα, αλλά και οι προβληματισμοί που επιδιώκεις να περάσεις μέσα από την “κωμωδία” σου; Θα ήθελες να μου μιλήσεις και για τους υπόλοιπους συντελεστές;
-Να αρχίσω από τους συντελεστές. Το σκηνοθέτησε η Άννα Σωτρίνη. Είναι η δεύτερη φορά που συνεργάζομαι μαζί της. Είναι ένα ευαίσθητο πλάσμα με βαθειά γνώση του θεάτρου και των συμπαρομαρτούντων (φωτισμοί, σκηνικά κ.λπ.) Ανάδειξε πραγματικά το έργο. Το διέλυσε και το ξανάφτιαξε. Για το έργο που με ρωτάς τώρα: Ο Μάκης και ο Λάκης, δυο μεσήλικες και παραπάνω ίσως, για τους οποίους δεν ξέρομε τίποτα (ποια είναι η σχέση τους, ποιο είναι το παρελθόν τους, ποιος είναι ο χαρακτήρας τους, ποια είναι η ταυτότητά τους), ζουν μόνοι τους στο σπίτι τους ήσυχα με την πλήξη να τους τριγυρίζει. Δεν θέλουν να την σκέπτονται, αλλά είναι υποχρεωμένοι να την ζουν. «Οι μέρες περνάνε», λέει κάποια στιγμή ο Μάκης, «κι εγώ μένω πίσω. Δεν έχω κίνητρο να τις ακολουθήσω. Δεν την φαντάστηκα έτσι τη ζωή μου. Είμαι ένα βάρος που εξακολουθώ να το κουβαλάω». «Είπαμε», του απαντά ο Λάκης, «να δώσομε στη ζωή μας ενδιαφέρον». Και ο ίδιος πράγματι επιδίδεται σε διάφορες ασχολίες, προκειμένου να γεμίσει τη ζωή του και να της δώσει περιεχόμενο, αλλά γρήγορα τις παρατάει τη μια μετά την άλλη αναγκάζοντας τον Μάκη, που με τον έναν ή τον άλλο τρόπο τον αποθαρρύνει στις αλλεπάλληλες προσπάθειές του, να του πει: «πώς γίνεται να τα παρατάς τόσο εύκολα, πώς γίνεται να καταπιάνεσαι αμέσως με κάτι άλλο». Ακόμη κι ένα ζευγάρι κιάλια, το τελευταίο απομεινάρι που τους έμεινε να σκοτώνουν την ώρα τους, παρακολουθώντας ή παριστάνοντας ότι παρακολουθούν τι γίνεται στο ρετιρέ της πολυκατοικίας απέναντι, τα πουλάνε. Μέχρι να τους καταπιεί το κενό της ζωής, που χάσκει μπροστά τους απειλητικό, έχουν δυο δυνατότητες: είτε να φλυαρούν ακατάσχετα είτε να παραμένουν εφιαλτικά σιωπηλοί.
Ως επίλογος, μια γενική σου ματιά, με βάση την πολύπλευρη και πλούσια επαγγελματική και καλλιτεχνική σου υπόσταση, πάνω στα καλώς και κακώς κείμενα της εποχής μας, σε εγχώριο και διεθνές επίπεδο.
-Θα ήθελα να ζω σε μιαν άλλη εποχή, στην εποχή της Αναγέννησης, τότε που οι άνθρωποι είχαν βαθειά ριζωμένη μέσα τους την πίστη ότι μπορούσαν να νικήσουν τον θάνατο και την αρρώστια, να κάνουν τον άνθρωπο αιώνια νέο, και να καταργήσουν τη φτώχεια. Κι όλα αυτά πίστευαν ότι θα τα πετύχαιναν με τη φιλοσοφική λίθο. Το όραμά τους ήταν έωλο. Δεν πέτυχαν τίποτα από όσα οραματίστηκαν. Απεναντίας πολλοί καταστράφηκαν. Πουλούσαν, παρασυρμένοι από το όραμά τους, ό, τι είχαν και δεν είχαν προκειμένου να στήσουν το αλχημικό εργαστήρι τους για την διεξαγωγή των πειραμάτων τους, κι αυτό, καθώς δεν υπήρχαν θερμόμετρα τότε να μετράνε τη θερμότητα, κάθε άλλο παρά σπάνια τιναζόταν στον αέρα αφήνοντάς τους πάμπτωχους. Είχαν, όμως, όπως και να το κάνεις, οι άνθρωποι ένα ευγενές όραμα που τους έδινε προσανατολισμό στην ζωή τους. Ενώ σήμερα; Άσ΄ τα!
Η Άννα Σωτρίνη περί «γκρίζας κωμωδίας»…
Τι είναι η «γκρίζα κωμωδία»; Είναι ένα σύγχρονο εφεύρημα. Ένας νεολογισμός. Και είναι σύγχρονη υπόθεση, διότι πηγάζει από την καθημερινότητα των μεγαλουπόλεων. Είναι γκρίζα, γιατί έχει λερωθεί από πίκρα και ματαίωση. Εγκλωβίστηκε στο τσιμέντο. Τα ξόρκια της είναι ο σαρκασμός και ο αυτοσαρκασμός. Να κάνουμε καθρέπτη την κάθε μέρα μας και να μπορούμε να γελάμε ή έστω να χαμογελάμε με τα χάλια μας, για να μη μας στρίψει. Είναι η κωμωδία που της έχει αφαιρεθεί η αθωότητα, κάθε τι naive, για να απομείνουμε γυμνοί χωρίς φανφάρες και κορδέλες. Και αυτό να μην είναι τραγικό αλλά φαιδρό.
Το «Τρύπιο βαρέλι» του Θεοδόση Πελεγρίνη, είναι ένα τυπικό δείγμα των όσων περιγράφω πιο πάνω. Στο έργο του, βρίσκουμε όλη την οκτάβα του παράλογου της ζωής μας. Είναι ένα έργο για τις «ανοιξιάτικες μέρες του φθινοπώρου», όπως γράφει και ο ίδιος σε μια χαρακτηριστική φράση του έργου.