του Κώστα Καββαδία
Ήταν από τις πιο δύσκολες στιγμές της ζωής μου, όταν σε «αποχαιρετούσα»…
Απ’ το μυαλό μου εκείνες τις στιγμές πέρασαν τόσες και τόσες σκέψεις, θύμισες. Η πρώτη φορά που άκουσα τη συγκλονιστική φωνή σου (μελαγχολική και συνάμα ρομαντική) στο καταπληκτικό «Μέρες αργίας». Η πρώτη γνωριμία με τον Κυρ Γιάννη που μου είπε «ο γιος μου τραγουδάει, έχει ένα συγκρότημα που το λένε Διάφανα Κρίνα». Η πρώτη ακρόαση του «Έγινε η απώλεια συνήθειά μας» που μου χάρισε ένας φίλος. Η πρώτη φορά που σε είδα πάνω στη σκηνή μαζί με τους συνοδοιπόρους σου ένα βροχερό βράδυ κάποιου Απρίλη. Τα λίγα λόγια που είπαμε λίγες μέρες μετά που βρεθήκαμε τυχαία στη γειτονιά μας, στο Περιστέρι. Τα κρύα βράδια του χειμώνα που κατηφόριζα απ’ τον «Αέρα» της Πετρούπολης «γεμάτος» από μουσική. Τα «μπαρουτοκαπνισμένα» χαοτικά live στο Εξαρχειώτικο “An Club”. Η ημέρα που μιλήσαμε ξανά από κοντά μετά από καιρό στο «Τσάι στη Σαχάρα» και ξεκινήσαμε μια στενή σχέση φιλίας. Η γλυκιά αναμονή πριν από κάθε εμφάνισή σου. Τα μαγικά βράδια στο «Μακάρι» και μετέπειτα στην «Απανεμιά» που μας ταξίδευες σε μέρη που δεν είχαμε διανοηθεί πως υπάρχουν, που μπορούσαμε να απλώσουμε το χέρι μας να σε αγγίξουμε. Ο σεβασμός σου σε αυτό που έκανες, είτε έπαιζες μπροστά σε γεμάτους χώρους, είτε μπροστά σε λιγοστούς εκλεκτούς φίλους. Οι μέρες που μας εκμυστηρευόσουν τα άγχη σου. Οι λιγοστές στιγμές έντασης μεταξύ μας που ξεπεράστηκαν με ένα, δυο τηλέφωνα. Η φωνή σου, οι στίχοι σου, οι ζωγραφιές σου επηρέασαν τις ζωές μας όσο τίποτε άλλο. Πάντα οι φίλοι μου με ρωτούσαν με απορία, «πως είναι δυνατόν να βλέπεις τόσες φορές τον ίδιο καλλιτέχνη».
Πως να τους εξηγήσεις ότι καμία βραδιά δεν ήταν ίδια με την προηγούμενη, πως αυτό ήταν το μεγάλο σου όπλο, αυτό σε ξεχώριζε απ’ τους υπόλοιπους δημιουργούς. Το καταπληκτικό χάρισμα δηλαδή να μεταμορφώνεσαι-μεταλλάσσεσαι κάθε φορά, είτε ερμηνεύοντας αγγλόφωνα τραγούδια, είτε δικά σου ακυκλοφόρητα, είτε Κρίνα, είτε παίρνοντας ένα βιβλίο από δίπλα σου και να μελοποιείς ποιήματα αυτοστιγμεί, λες και ήταν το πιο φυσικό πράγμα στον κόσμο. Η δράση σου στους κοινωνικούς αγώνες ήταν γνωστή, ο αγώνας εναντίων στη κακοποίηση των ζώων επίσης γνωστή. Η προτροπή σου να οργανωθούμε σε κολεκτίβες και να δράσουμε εναντίον των «κακομούτσουνων» όπως έλεγες, μίλησες για την «αφύπνιση» του λόγου. Μας προέτρεψες να μην «φοβόμαστε τους φόβους μας», να σταθούμε όρθιοι και να παλέψουμε. Η αγάπη για τα Εξάρχεια ήταν μεγάλη, άλλωστε τα διάλεξες να κατοικίσεις εκεί τα τελευταία χρόνια. Δεν φοβήθηκες τον θάνατο, αναμετρήθηκες μαζί του και κέρδισες, δεν μπόρεσε να κάμψει τη δίψα σου για ζωή. Μέχρι την ύστατη στιγμή έκανες σχέδια, μέχρι την τελευταία στιγμή χαμογελούσες.
Τεράστια η κληρονομιά που μας άφησες πίσω με τους ποιητικούς στίχους σου, τις μουσικές σου που μας μεθούν με το άκουσμα της πρώτης νότας. Δεν θα ξεχάσουμε τις ανεπανάληπτες ερμηνείες σου που σημάδεψαν ανεξίτηλα τις πιο «διάφανες» στιγμές μας. Η τέχνη σου έχει εμποτιστεί στα κύτταρά μας, η μορφή σου θα μείνει χαραγμένη για πάντα στη μνήμη μας, τίποτα δεν μπορεί να μας κάνει να λησμονήσουμε. Αντίο αγαπημένε φίλε, σε ευχαριστούμε για όσα μας προσέφερες, που ομόρφυνες τις ζωές μας. Εις το επανιδείν …. σε μια «Γη που ανατέλλει».