«Κοίτα πόρνε»
-Όταν τα μάτια χαμηλώνουν το βράδυ, η φωνή μου ξυπνάει.
Το υπόλοιπο της ζωής μου το διαγράφω από πάνω μου με καρφωμένη στην πλάτη την κακιά συνήθεια της φυγής. Φυγής; Ποιάς φυγής;
Από πού να φύγεις; Τολμάς και με ρωτάς;
Στέκομαι συνέχεια απέναντι από την αλήθεια ενός προσκόπου.
Ενός εξόριστου από την ανθρώπινη τρέλα.
-Τί λες ρε βλάκα, πόρνε. Τί λες πάλι;
Χαρμάνης είσαι. Χαρμάνης από τα ξερατά ενός άθλιου τόπου, αλλά σε ζηλεύω. Ζηλεύω αυτό το τσαλακωμένο, το ακριβό σου κεφάλι.
Ακριβό σαν τον παράδεισό σου.
Πάρε τραγούδι να σκεπάσεις τη θλίψη σου.
Πάρε αυτό το blues. Αυτό το βρώμικο, το κατάμαυρο blues να
ξεθυμάνεις για λίγο το ζόρι σου. Να σου τρυπήσει τ’ αυτιά.
Κοίτα γύρω σου. Όλα είναι μια χαρά. Κοίτα!
Το μόνο που υπάρχει είναι κάτι ξεχασμένες νεράιδες από το
φως της ημέρας που χορεύουν στον ίδιο ρυθμό με εσένα.
Στο δικό σου ρυθμό.
Κοίτα, πόρνε! Ζήσε το όνειρο κι ας είναι όνειρο!
Νεκτάριος Θεοδώρου