Η ένταξη της χώρας μας στην Ευρωζώνη, επέφερε μια πλασματική περίοδο ευημερίας 6 ετών, που στηρίχθηκε στο δανεισμό με χαμηλά επιτόκια. Η εμφάνιση της κρίσης το 2008, επέβαλε τα Μνημόνια, που εξόντωσαν τον ελληνικό λαό και κατακερμάτισαν τους κλάδους παραγωγής.
Επίσης, σ’ αυτό συνέβαλλε, ότι το Ευρώ, λειτούργησε ως συγκεκαλυμμένο Μάρκο, αφού έδινε την δυνατότητα στη Γερμανία, να κερδοσκοπεί από την διαφορά, μεταξύ των spreads και των μηδενικών επιτοκίων των ομολόγων που η ίδια έκδιδε. Η ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας, επιτάσσει, την αύξηση των εξαγωγών και τον περιορισμό των εισαγωγών, ώστε να μειωθούν τα ελλείμματα. Όπως ήδη έχει αποδειχτεί, μια τέτοια πολιτική δεν μπορεί να εφαρμοστεί υπό το καθεστώς του Ευρώ. Για να βγούμε από το κώμα της ύφεσης, απαιτείται, σωστός κυβερνητικός σχεδιασμός, που θα συνδυαστεί με την ελεγχόμενη έκδοση εθνικού νομίσματος. Ένα τέτοιο ενδεχόμενο, σημαίνει και τον άμεσο απεγκλωβισμό μας από την ανάγκη νέου δανεισμού, αφού θα υπάρχει η δυνατότητα εκτύπωσης Δραχμών, που θα καλύπτουν τις ανάγκες σε μισθούς και συντάξεις. Όμως, τον πρώτο καιρό θα κυριαρχήσει η αστάθεια στην αγορά και έντονες κερδοσκοπικές τάσεις. Η κυβέρνηση οφείλει να έχει στη διάθεσή της, όλους εκείνους τους μηχανισμούς, ώστε να πατάξει τέτοιου είδους φαινόμενα. Αρχικά είναι απαραίτητες οι διακρατικές συμφωνίες για την εισαγωγή ορισμένων αγαθών πρώτης ανάγκης και καυσίμων. Ταυτόχρονα, πρέπει να πείσει τους καταναλωτές, να στραφούν προς τα φθηνά ελληνικά προϊόντα, ενισχύοντας έτσι την εγχώρια παραγωγή και απασχόληση. Έτσι, θα επαναλειτουργήσουν οι βιοτεχνίες, οι βιομηχανίες, τα ναυπηγία και ο τουρισμός, που έχουν υποστεί καθίζηση, λόγω του αθέμιτου ανταγωνισμού από τρίτες χώρες που έχουν φθηνότερο κόστος παραγωγής. Στην πραγματικότητα, η έξοδος της Ελλάδας από το Ευρώ, θα σηματοδοτήσει την κατάρρευση του σχεδίου για τη «γερμανοποίηση» της Ευρώπης, αφού και άλλες χώρες του Νότου ίσως να ακολουθήσουν την ίδια στρατηγική, με συνέπεια τη διάλυση της ευρωζώνης, γεγονός που αναμφίβολα, δε συμφέρει τους δανειστές.
Κ. Χ.