«Ξεκινώντας από τα κωμικοτραγικά βιώματα ενός απάνθρωπα αποσπασματικού αγώνα για επιβίωση, φτάνω να διαπιστώσω ότι αυτό που ονομάζουμε ζωή, δεν είναι άλλο από την απομίμησή της…
… Μέρα με τη μέρα απομακρυνόμαστε από την ελπίδα να δούμε το αληθινό μας πρόσωπο, μέρα με τη μέρα συνηθίζουμε να κρυβόμαστε πίσω από κάποιο άλλο που δεν είναι το δικό μας. Παίζουμε ρόλους που, ίσως, δε μας ταιριάζουν. Αποχτάμε συνήθειες που δεν είχαμε την ψυχραιμία να κριτικάρουμε και σκέψεις που δεν είχαμε το χρόνο να φωτίσουμε. Τρέχουμε πίσω από στόχους που άλλοι μας όρισαν και θεωρούμε αναμφισβήτητα (ποιος ξέρει από πόσες και ποιες ανασφάλειες) εκείνα για τα οποία θα ‘πρεπε, ίσως, να αμφιβάλουμε. Δεχόμαστε μόνο και δε ρωτάμε πια. Δεν αμφιβάλλουμε». Μάριος Ποντίκας
Τα πράγματα αλλάζουν μέσα στο χρόνο ή επαναλαμβάνονται διαγράφοντας κύκλους μέσα στην ιστορία;
Ζωές ανθρώπων που μας μιλούν μέσα από το κάδρο τους. Ένα κάδρο στραβό το οποίο δεν μετακινήθηκε ποτέ ανάμεσα στις γενιές.
Ιστορίες που φέρνουν μνήμες και γεννούν ερωτηματικά. Ποιοι ήμασταν και ποιοι είμαστε σαν κοινωνικά όντα; Τελικά κατά πόσο έχουμε προχωρήσει σαν κοινωνία;
Στις «Εσωτερικές Ειδήσεις» θα παρακολουθήσουμε τους ηθοποιούς να ξεδιπλώνουν στη σκηνή γεγονότα μέσα από μια καθημερινή αναζήτηση. Οι ήρωες προσπαθούν να καλύψουν το κενό που νοιώθουν μέσα από το γέλιο, την τρέλα και την αλήθειά τους. Αυτή την αλήθεια θέλουν να μοιραστούν μαζί μας.
Το θεατρικό έργο «Εσωτερικές Ειδήσεις» συνεχίζει να αποπνέει ρεαλισμό. Η γενιά του χτες και η γενιά του σήμερα μέσα σε πλαίσιο και ένα κράτος που δεν έμαθε να απαντάει. Με πυξίδα το καυστικό χιούμορ που χρησιμοποιεί ο ίδιος ο συγγραφέας θα έρθουμε αντιμέτωποι με την κοινωνική και πολιτική μας πραγματικότητα. Τελικά, πόσο υπερήφανοι είμαστε;
Λίγα λόγια για τους ρόλους που υποδύεται
ο Παύλος Βησσαρίων Φαλούτσος
την τρέχουσα θεατρική περίοδο.
Ο Παύλος Βησσαρίων Φαλούτσος είναι ένας νέος αλλά ταχύτατα ανερχόμενος ηθοποιός , του οποίου το αναμφισβήτητο ταλέντο έχει αρχίσει και αναγνωρίζεται από ειδικούς και μη περί τα θεατρικά. Αυτή την περίοδο πρωταγωνιστεί σε δύο παραστάσεις. Η μία παράσταση αφορά το έργο « Το κορίτσι του μόλου» και η δεύτερη το έργο «Εσωτερικές ειδήσεις».
Στο « Το κορίτσι του μόλου» υποδύεται έναν θρησκόληπτο και εσωστρεφή φοιτητή της θεολογίας , καταπιεσμένο από την μητέρα του ,που προσπαθεί να κρατήσει αμόλυντη την ψυχή του μέσα από σκληρή άσκηση σώματος και πνεύματος. Όλα όμως ανατρέπονται όταν στην ζωή του εμφανίζεται μια παράξενη κοπέλα. Η γνωριμία του με αυτή τον κάνει να αναθεωρήσει όλα του τα πιστεύω και τον μέχρι τότε τρόπο ζωής του.
Η αρτιότητα με την οποία ο Παύλος Βησσαρίων Φαλούτσος προσεγγίζει αυτόν το ρόλο και η πειστικότητα που αποπνέει η τέλεια και μεστή ερμηνεία του είναι αντικείμενο ενθουσιωδών σχολίων των θεατών σε κάθε παράσταση. Όχι μόνο απλών θεατών, αλλά και ειδικών στα θεατρικά.
Στις «Εσωτερικές ειδήσεις» – ένα σπονδυλωτό έργο με πολλές φαινομενικά αυτόνομες ιστορίες που συνδέονται όμως υποδόρια μεταξύ τους – υποδύεται με μαεστρία πέντε διαφορετικούς χαρακτήρες. Οι αλλεπάλληλες μεταμορφώσεις του συνοδεύονται με ερμηνείες ,που σε τίποτα δεν θυμίζει η μία την προηγούμενη, ξεδιπλώνοντας έτσι όλο το εύρος της ερμηνευτικής του δεινότητας.
Στη μία σκηνή, ως άστεγος, με την καταπληκτική του ερμηνεία, θέτει σε όλους τους έχοντες και βολεμένους το ερώτημα «εσένα τι σου λείπει;» Στη συνέχεια ως Βελής – ένας ηθοποιός σαπουνόπερας – πείθει με έναν καταπληκτικό τρόπο το κοινό για το ότι η αλήθεια μπορεί να είναι και ένα ψέμα ωραιοποιημένο.
Κατόπιν, στο ρόλο του παράγοντα με αριστοτεχνικό τρόπο καταδεικνύει την φαυλότητα των κυβερνώντων και την παρακμή του πολιτικού κόσμου. Στη συνέχεια , στο ρόλο του Πανταζή ο οποίος προσπαθεί μέσα από ένα ανέκδοτο που δεν το ολοκληρώνει ποτέ, να μιλήσει για την κατεστραμμένη ζωή του , εντυπωσιάζει με την εκφραστικότητα του . Τέλος στο ρόλο του τιμωρημένου με μια συγκλονιστική πραγματικά ερμηνεία,παραβαίνει τον όρο της τιμωρίας του να δηλώσει χίλιες εξακόσιες φορές την περηφάνια του για την καταγωγή του και την 593η φορά δηλώνει :«Δεν είμαι υπερήφανος που είμαι Έλλην» αποσπώντας τα παρατεταμένα χειροκροτήματα του κοινού.
Γιάννης Γκανάς
Κριτικός Θεάτρου