Με αφορμή την Παγκόσμια Ημέρα Καταναλωτή στις 15 Μάρτη
Είναι γνωστό ότι η βιολογική γεωργία στην χώρα μας υπολείπεται κατά πολύ από την ανάπτυξη στις άλλες χώρες της ΕΕ και ιδιαίτερα από την ανάπτυξη της κατανάλωσης βιολογικών προϊόντων.
Ο κυριότερος λόγος είναι ότι οι Έλληνες καταναλωτές γνωρίζουν ότι η παραγωγή βιολογικών προϊόντων στην χώρα μας είναι στρεβλή.
Γι’ αυτό επιλέγουν μόνο τους παραγωγούς που ξέρουν και κυρίως τους πιστοποιητικούς οργανισμούς που εμπιστεύονται. Η στρέβλωση της ανάπτυξης εμποδίζει εκτός από την επέκταση της παραγωγής και την εξαγωγή των βιολογικών προϊόντων μας.
Από την άλλη η χώρα μας με τον μικρό της κλήρο και την ορεινή της διάρθρωση ανταγωνίζεται τις άλλες χώρες από τα ποιοτικά της προϊόντα. Τα ποιοτικά προϊόντα για αναπτυγμένες χώρες νοούνται τα έχοντα βάση την βιολογική παραγωγή.
Η στρέβλωση της βιολογικής γεωργίας στην Ελλάδα ξεκίνησε από την νομοθετική στρέβλωση της πιστοποίησης και των επιδοτήσεων.
Τα τελευταία χρόνια, πολλές επιδοτήσεις ανάπτυξης της βιολογικής γεωργίας (ΒΓ) δίνονται σε εκμεταλλεύσεις που δεν παράγουν βιολογικά προϊόντα. Οι περισσότερες δε από αυτές παράγουν στα «βιολογικά» χωράφια συμβατικά προϊόντα!
Είναι ένα τεράστιο κενό στην νομοθετική κάλυψη της ενίσχυσης της βιολογικής παραγωγής, που φέρνει το αντίθετο αποτέλεσμα, ακριβώς γιατί η πιστοποίηση ξεχωρίζει την έκδοση πιστοποιητικού συμμόρφωσης από το πιστοποιητικό προϊόντος και η πολιτεία δεν έχει πάρει τα μέτρα της ώστε να βοηθήσει τον έλεγχο που κάνουν οι πιστοποιητικοί οργανισμοί στα ελεγχόμενα λογιστικά έγγραφα.
Στους περισσότερους παραγωγούς προϊόντων (και στους βιολογικούς) οι αγοραστές καταχωρούν τα παραστατικά αγοράς στο σύστημα ελέγχου της ΕΕ είτε και οι ίδιοι παραγωγοί μέσω των δηλώσεων παραγωγής. Ο ελεγκτικός μηχανισμός της Β.Γ. δεν έχει πρόσβαση σ’ αυτές τις πολύτιμες πληροφορίες κι έτσι οι πιστοποίηση χωλαίνει.
Υπάρχουν περιπτώσεις όπου το ίδιο χωράφι χωρίζεται σε τεμάχια, ενοικιάζεται σε διαφορετικούς καλλιεργητές (συνήθως μέσα στην οικογένεια) και παράγονται ενιαία με τον ίδιο τρόπο τα ίδια προϊόντα. Στόχος η παραπλάνηση της πιστοποίησης και σε περίπτωση ανακάλυψής τους να μπορεί ο άλλος συνεταίρος να διακινήσει τα προϊόντα σαν βιολογικά με το δικό του πιστοποιητικό. Συνήθως αυτοί χρησιμοποιούν άλλο πιστοποιητικό οργανισμό ο κάθε ένας.
Η ΒΙΟΖΩ προτείνει:
- Να δημιουργηθεί ένα υποχρεωτικό «ελεγχόμενο» έγγραφο από τους παραγωγούς βιολογικών προϊόντων, που δεν είναι άλλο από το υποχρεωτικό λογιστικό έγγραφο το «δελτίο αποστολής», όπως ακριβώς λειτουργεί στα αμπελοοινικά προϊόντα, που θα το σφραγίζει ο πιστοποιητικός οργανισμός. Όλα τα προϊόντα που παράγονται από βιολογικά χωράφια θα υποχρεούνται να εκδίδουν για την διακίνησή τους ΔΑ και να αναγράφουν τον κωδικό πιστοποίησής τους, ανεξάρτητα αν πωλούνται με τιμές συμβατικών προϊόντων είτε πάνε για ιδιοκατανάλωση.
- Ο έλεγχος των πιστοποιητικών οργανισμών να ενταθεί και να υποχρεωθούν σε πραγματικούς ελέγχους των προϊόντων που παράγονται σε βιολογικά χωράφια.
- Οι συμμετοχές στην ιδιοκτησία των πιστοποιητικών οργανισμών να είναι ονομαστικές και προσωπικές και όχι ανώνυμες είτε εταιρειών εξωτερικού αγνώστου ιδιοκτησίας. Να υπογράφουν υπεύθυνη δήλωση όλοι οι ιδιοκτήτες, οι συμμετέχοντες στην ιδιοκτησία και τα στελέχη του πιστοποιητικού οργανισμού ότι δεν είναι παραγωγοί, έμποροι είτε σύμβουλοι βιολογικών προϊόντων αυτοί και οι κοντινοί τους συγγενείς. Το ασυμβίβαστο πιστοποιητή – παραγωγού, εμπόρου είτε συμβούλου χρειάζεται να διασφαλιστεί προσεκτικά.
- Να μην μπορεί στο ίδιο χωράφι (ίδιας ιδιοκτησίας) να πιστοποιούνται προϊόντα από διαφορετικό πιστοποιητικό οργανισμό. Σε περίπτωση συγκαλλιέργειας στο ίδιο χωράφι η πιστοποίηση αν βρει πρόβλημα στον ένα καλλιεργητή να υποχρεούται να ελέγξει παράλληλα και τον συγκαλλιεργητή του.
- Είναι γνωστή η σπουδαιότητα των περιοχών «Φύση» (NATURA) για την βιοποικιλότητα. Χρειάζεται αυτό να γίνει και στόχος στην ενίσχυση της βιολογικής γεωργίας σ’ αυτές τις περιοχές με ένα μικρό επιπλέον ποσό.
Έμμη Πανούση, δημοσιογράφος –πρόεδρος της Πανελλήνιας Ένωσης Καταναλωτών «ΒΙΟΖΩ».