Η Ελλάδα, δεν είναι η μόνη χώρα στην Ευρωζώνη, που μαστίζεται από εξωτερικά και δημόσια χρέη. Μάλιστα, η διόγκωσή τους, που σαν άμεση συνέπεια έχει την δημιουργία κρίσης, οφείλεται κατά ένα μεγάλο ποσοστό, στην έλλειψη της ανταγωνιστικότητας, των επενδύσεων, των εξαγωγών, στην κατακόρυφη άνοδο της ανεργίας, καθώς και στην ανορθόδοξη διαχείριση των ελλειμμάτων. Η κύρια διαφορά της, με τα υπόλοιπα κράτη μέλη, είναι ότι, επικρατεί μια ιδιαίτερη συνθήκη, που επιδεινώνει την υπάρχουσα κατάσταση. Πιο συγκεκριμένα, τις τελευταίες δεκαετίες, έχουν αναπτυχθεί μια σειρά από φαινόμενα, όπως ο λαϊκισμός, η διαφθορά, η αναξιοκρατία, ο κρατισμός, τα οποία οφείλονται, στο ότι ακολουθήθηκε από τους εκάστοτε κυβερνώντες, ένα εσφαλμένο πλάνο πολιτικής και θεσμικής ανάπτυξης. Το γεγονός αυτό, επηρέασε τον τρόπο σκέψης των Ελλήνων, ο οποίος πλέον περιστρέφεται γύρω από το προσωπικό και όχι το συλλογικό-εθνικό συμφέρον. Έτσι, θα μπορούσε να εξηγηθεί, η τεράστια επέκταση του δημόσιου τομέα τη δεκαετία του ’80 και η μετέπειτα κατάρρευσή του, αφού αποτέλεσε πόλο έλξης για τους ανέργους, ενώ παράλληλα λειτούργησε, ως δεξαμενή ψήφων για τα κόμματα. Μετέπειτα, η έλλειψη πολιτικής βούλησης, για τον εκσυγχρονισμό της χώρας, ενίσχυσε το πελατειακό καθεστώς, με συνέπεια να αποτυγχάνουν οι όποιες προσπάθειες για μεταρρυθμίσεις. Γίνεται αντιληπτό, πως μια αναποτελεσματική διακυβέρνηση, σε συνδυασμό με ένα σαθρό πολιτειακό οικοδόμημα, διαμορφώνουν τις ουσιαστικές προϋποθέσεις-συνθήκες κρίσης. Συμπερασματικά, δεν μπορεί να κρίνεται η σταθερότητα και η ανάπτυξη των κρατών, μόνο βάσει των οικονομικών τους δεικτών, αλλά να συσχετίζονται, με το πολιτικό-θεσμικό υπόβαθρο, που διαθέτουν. Έτσι η ΟΝΕ, δεν πρέπει να αρκείται μόνο σε δημοσιονομικά μέτρα λιτότητας-μνημόνια, τα οποία καταρρακώνουν ένα έθνος, αλλά οφείλει να προτρέπει όλα τα μέλη της, για την αποκατάσταση, τόσο του κοινωνικού, όσο και του κράτους δικαίου, προκειμένου να επιτευχθεί η πραγματική σύγκλιση της Ευρώπης. Σε κάθε άλλη περίπτωση, θα αναφερόμαστε μόνο σε δείκτες και μέτρα, που θα είναι προϊόντα της «δημιουργικής λογιστικής».
K. X.