Έλεγαν…
-Κλείστε τα παράθυρα. Σφραγίστε τα. Κρυφτείτε.
Έρχονται οι άνθρωποι με τις μπότες.
Έλεγαν…
-Κλείστε τα παντζούρια και τις πόρτες. Έρχονται οι δολοφόνοι. Προσοχή να μη σας δουν.
Όλοι φοβόντουσαν. Κι όλοι έπρατταν το ίδιο. Δεν ακουγόταν τίποτα. Ακόμα κι η ανάσα, κομμένη κι αυτή, κρυβόταν πίσω από τα τρομαγμένα πρόσωπα. Ψίθυρος πουθενά. Πίσω από την παλιά ντουλάπα σε μια γωνιά στο βάθος του σπιτιού τους να κρυφοκοιτάζουν. Να τρέμουν από αηδία για τη δειλία τους. Μα, για κοίτα τώρα πώς έχουν αλλάξει οι εποχές. Πως γύρισαν ανάποδα οι καιροί. Τώρα, από συνήθεια, κλείνουν τις πόρτες και σφραγίζουν τα παράθυρα με το ίδιο συναίσθημα. Τον ίδιο φόβο. Την ίδια αηδία. Δεν υπάρχουν έξω άνθρωποι με μπότες. Διαλέγουν αυτοί, μόνοι τους, δικούς τους δολοφόνους. Ναι! Οι ίδιοι τους επιλέγουν μέσα από αυτό το καταραμένο γυάλινο κουτί. Αυτό που συνεχώς σε φωνάζει να μπεις στον δικό τους πλαστικό, ψεύτικο κόσμο. Με τα δικά τους ανίκανα πρότυπα. Σπάστε το επιτέλους!!! ΣΠΑΣΤΕ ΤΟ!!! Ελευθερώστε τις ψυχές σας!!!
Νεκτάριος Θεοδώρου
«Το νύχι της γριάς»