[Η τέταρτη σελίδα του φύλλου Δεκεμβρίου 2021 – Ιανουαρίου 2022 «Εξαρχειώτης»: Εξαρχειώτης – Δεκέμβριος 2021 / Ιανουάριος 2022]
Βιογραφικό σημείωμα
Ακτιβίστρια, σπηλαιολόγος, ποιήτρια, πρόεδρος του συλλόγου «Σιμωνίδης ο Κείος»…
Καταγωγή από Μικρά Ασία, μανά από την Ανατολική Ρωμυλία, πατέρας Γερμανός. Ζει και εργάζεται στο Βερολίνο, μεταφράστρια στο αριστερό κόμμα, δεξί χέρι της Σάρα Βάγκενκνεχτ, μακρινή συγγενής του Σταμάτη Κραουνάκη.
Έχει εκδώσει 19 ποιητικές συλλογές. Ασχολείται με τη διάσωση των σαλιγκαριών και με το… επίγραμμα, ενώ θέλει να σώσει την ανθρωπότητα.
Η Νικόλ πήρε κρυφή επιστολή από τον Κυριάκο, από τον πρωθυπουργό… με περιστέρι. Τη δημοσιεύουμε αυτούσια:
«Λοιπόν, είναι πάρα πολύ γαϊδούρια, αυτός ο Λαός που κυβερνάω. Τι κυβερνάω, αλλά τέλος πάντων, αυτό που κάνω. Ας φάνε τώρα στη μάπα και τη σπιταρόγκα μας, στους Φαϊνάνσιαλ να καταλάβουν τι εστί καλό γούστο. Δε μ’ αρέσει να κάμω επίδειξη πλούτου. Αλλά έχουμε και ‘μεις … Και τις συλλογές και τους Γκίζηδες και όλη την Τέιτ Γκάλερυ και τα μαχαιροπήρουνα και τη γαμωμπερζέρα τη λουί την Κατόρζ της αποκεφαλισμένης των χιλίων των ημερών ρε. Να κομπλάρουνε πια οι καραβλαχάρες να δούνε ποιος τους κυβερνάει. Ε μα δα. Ε μα.
Ρε ξυπνάω αχάραγα ρε για να το κουμαντάρω το κοτέτσι γαμώ τους επικοινωνιολόγους μου γαμώ. Ρε τρεις πρώην Κνίτες με συντρέχουνε, τι θέτε πια. Ένας γράφει ένας ράβει κι ένας μπιστολάκι. Γυμναστήριο, μασσάζ, μαθήματα λόγου. Ωράρια εξαντλητικά. Υποβρύχια μάσκα. Έλεος κάπου που λένε κι οι ανόητοι του Σύριζα στα γκρεμνά. Ρε έσωσα τη χώρα από τους κομμουνιστάς ρε. Θα σας παίρνανε τα σπίτια ρε οι Κόκκινοι στρατοί ρε. Ενώ τώρα εδώ στα δικά μου τα μακριά, υπέροχα, λιτά χεράκια μου, τα μακρόταλα θα τα νοικιάζουμε σε κακές, φτωχές οικογένειες, να ζει το κράτος ρε. Η μηχανή έχει έξοδα ρε… Γιατί ρε Λ ετάτ σε μουά. Αλλά δεν υπάρχει κράτος κύριοι. Παραλάβαμε χάος και αυτό το μαξιλάρι. Α ναι, όπου μου τα ‘χουν κάμει τσουρέκια. Ας μην ήμουν εγώ να το αξιοποιήσω με το υπέροχο μυαλό μου. Θα το ‘χαν μοιράσει σε τίποτα ντεμέκ κομμούνια. Μουά-μουά-μουά, λαέ κομπλεξικέ και αχάριστε. Εγώ έφτιαξα το ΕΑΜ, εγώ και το μαξιλάρι. Εγώ υπέγραψα τις Πρέσπες, τι θέλει το Τσιπρομάγαζο το σιχαμερό και αντιδρά. Δεν το ‘χανε το Μαξίμου μια τετραετία και τα κάμανε σκατά; Μπαινόβγαινε εδώ μέσα ό,τι να ‘ναι. Που είδαν και πάθανε να ξεκολλήσει τ’ αμπέχωνο από πάνω τους.
Ύστερα τί; Περίμενα εγώ η τελευταία τρύπα της φλογέρας ότι θα βρεθώ Εξουσία; Άντε γιατί Α… Θα πάρω τίποτε ανάποδες και θα τους μαντρώσω όλους βρε όλουυυς. Βαρέθηκα να κάμω και τα παλιακά. Βάλε, βγάλε γραβάντα. Εδώ με σακάκι, εκεί με υποκάμισο. Και την τριχόγκα μου να λαμπυρίζει. Εγώ φταίω ρε που θέλω να τους κάμω ανθρώπους. Σοβαρά ευρωπαϊκά ωράρια. Κολόνια, τσάκιση, καλά κομμωτήρια. Το σωστό νάϊκ, τη σωστή καλσονοβελμούδα, το σωστό ύφασμα, το σωστό φουτεράκι, τη σωστή σαγιονάρα. Όχι τσιγάρα, όχι λεφτά, τίποτα. Τί θέλουν τα βούρλααα; Τί θέλουν οι ρεμπεσκέδες; Τους παρέλαβα ασκέρι και τους κάμω άρχοντες. Θα σας κάμω ηθικούς βρε. Θα σας κάμω ηθικούς. Δε θα περισσεύει για φούμο. Δε θα περισσεύει για κεράτωμα, για γκόμενα, για βενζίνη. Μέσα ρε. Θα σας κάνω χώρα βρεεε…
Πάρτε μου Μενδώνη. Πάρ’ την κι αυτή γιατί μ’ έχει κάνει έξαλλο με την πρωτοβουλία της κάθε άσχετης εδώ μέσα. Α, δεν τς άρεσε και το διάγγελμα λέει. Γιατί κούκλος ήμουν. Αλλά έχω και τς αντίπαλες δυνάμεις. Να οι Καραμανλικοί, να οι Σαμαρικοί. Να και το ίδιο μου το σπίτιιιιιιιι; Τί θέλει κι η αδερφή μου η ηλίθια; Εγώ φταίω που αμόλησε το σπλάχνο κι έκανε το Δήμο μονόπολυ; Τι να πρωτομαζέψω. Ουδείς με πονάει, ουδείς με σκέφτεται. Σε δυο χρόνια θα ‘χουν χώρα. Τι τα θένε τα θέατρα, τι τα θένε τα μπουζούκια. Τι τα θένε τα σινεμά. Να βλέπουν τα γελοία τα ψαγμένα τ’ ακαταλαβίστικα; Λύσσαξε η Μενδώνα να τ’ ανοίξει. Ε μα και τς είπα. Άνοιγε τα εσύ να τα κλείνω εγώ να τελειώνωμε. Ευθυνόφοβη.
Τα ‘χω πάρει κρανίο με όλους. Θένε και θέατρα τα βούρλα. Δεν πάνε στα κουτσοχωριά τους να φυτέψουνε κάνα μπρόκολο. Α μα με πρήξανε πια. Μωρέ θα τους ταράξω στα νομοσχέδια. Έχω και τις κωλοτράπεζες να μ’ εκβιάζουν. Τί να πρωτοκάμω ηλίθιες; Από που να βρω λεφτά να σας καλύψω. Θα πλακώσω τις πτωχεύσεις, άντε και το κάνω. Πόσα θα βγάλετε από τα χαμόσπιτα του κάθε ανόητου που χρωστάει τρεις ζωές να τα χτίσει τα μπετά; Και τους άχρηστους σοβάδες και τις γελοίες αυτές γυψοσανίδες τις ντουμπλέ, φας και τ’ αλουμίνια; Άντε γιατί είναι κι αχάριστος λαός. Τους αλλάζεις τη ζωή κι αντί να συμπαρασταθούν, όλο κριτική και άποψη. Άσε αυτό, είναι δικιά μας η χώρα. Ποιανού ειν’ η χώρα ρε; Καθίστε τώρα χωρίς εστίαση και καφέ και κουτσομπολιό, να δω τι θα κάμετε. Πού θα τα λέτε; Στο φουμπού και στα σπίτια;
Άσε που ‘χω και τον Τούρκο. Άλλονε ψυχάκια από κει. Μα όλα σε μένα; Όλα εγώ; Μια μέρα να πάρω μιαν ανάσα. Πάω μια θάλασσα, κραξίδι. Πάω ποδήλατο, κραξίδι. Πάω βουνό, κραξίδι. Αντί να παραδειγματιστούν τα τεμπελχανεία. Ότι έχουν πράϊμινιστερ αστέρι, που κοιτάζει την υγειά τους.
Βαρέθηκα. Όλα πρίμα θα πηγαίνανε. Ήρθε η πανδημία. Τα σκατώσαμε όλα. Το πρώτο δίμηνο κάτι κάναμε. Ναν καλά Τσιόδρας και Χαρδαλιάς. Τώρα θέλανε πάρτι. Μετά εγώ φταίω που άνοιξα τα σύνορα. Γιατί ρε σύνορα η αγάπη δε γνωρίζει.
Πήρα και το Σαββόπουλο, πήρα και το Μαρκουλάκη. Μου λένε αρχηγέ όλα καλώς καμωμένα. Το ’22 θα ‘χουμε χώρα. Μη μασάς. Να ‘στε καλά παιδιά, παίρνω κουράγιο.
Κι άμα ξανακούσω Κούλη εδώ μέσα θα πέσει σφαλιάρα, υπ’ όψιν. Κυριάκος Κυ-ριά-κος. Όχι αυτός αυτής της πολύ γελοίας διαφήμισης των Ζαίων, ο άλλος ο κανονικός ο ορίτζιναλ… Ο Μπηλόβντ, ο Αλλέρ Ντελόρ, ο Κολάμπια, ο Αντιστασιακός. Βάλε λίγο Κιάμο να κουλάρω…
15.000 κρούσματα ανακάλυψα. Στα σχολεία που θα τα καίγατε βρε, θα τα καίγατε, θα σας καίγανε τα σπίτια βρε ανόητοι, ανόητοι να φύγει ο Πλεύρης να έρθει άλλος, ποιος, κανείς. Εγώ. Λ ετατ σε μουά. Τί τραβάω ο Κυβερνήτης; Πρωί πρωί μ’ ένα λαό αχάριστο. Μια αντιπολίτευση μετριάντζα. Υπουργούς τρέχα γύρευε. Και κόμμα δικό μας, βασικά εχθρικό. Πόσο πχια, πόσο…
Τώρα… πέρασε η ώρα, φεύγουμε κι εμείς παιδιά κι αύριο την ίδια ώρα, θα τα πούμε με χαρά…
Κυριάκος.»
Αγαπημένο μου ημερολόγιο
Στη φίλη Νικόλ, με αγάπη
Νικόλ Καταραμπεζάνη Νόιμαν / Στιχοπλόκα συμβολαιογράφος, ακτιβίστρια
Σκίτσα: Νικόλας Στεφαδούρος (Κυριάκος) – Σπύρος Δερβενιώτης (Νικόλ)
-Αποκλειστικά στον Εξαρχειώτη-