Όσοι έχουν νιώσει ίλιγγο δύσκολα το ξεχνάνε. Αυτή η αίσθηση ότι όλα γύρω γυρίζουν, τρομοκρατεί τον πάσχοντα, που εκείνη τη στιγμή αδυνατεί να καταλάβει τι του συμβαίνει και γιατί.
Ο ίλιγγος είναι ένα σύμπτωμα και επιβάλλει τη διαγνωστική αξιολόγηση από αρκετές ειδικότητες, με πιο συχνές εκείνες του παθολόγου, του ωτορινολαρυγγολόγου, του νευρολόγου, του οφθαλμιάτρου και του καρδιολόγου.
«Ουσιαστικά πρόκειται για μια διαταραχή της ισορροπίας, η οποία σχετίζεται με την ικανότητα του εγκεφάλου μας να αντιλαμβάνεται τη θέση μας στο περιβάλλον. Συνοδεύεται από την αίσθηση ότι περιστρεφόμαστε ή ότι όλα γυρίζουν γύρω από εμάς» εξηγεί η Ωτορινολαρυγγολόγος Ανατολή Παταρίδου.
Οι περισσότεροι μπερδεύουν τον ίλιγγο με την απλή ζάλη, την αστάθεια, τη «θολούρα» ή την τάση για λιποθυμία. Ίλιγγος μπορεί να εμφανιστεί είτε από προβλήματα του λαβυρίνθου (το όργανο της ισορροπίας) -κάτι που συμβαίνει στο 90% των περιπτώσεων- είτε από νευρολογικά προβλήματα που είναι πολύ πιο σπάνια (10%).
«Τα μηνύματα, που λαμβάνει ο εγκέφαλός μας από τα διάφορα όργανα (λαβύρινθο, μάτια, αρθρώσεις κτλ), όσον αφορά στη θέση μας στον χώρο, μπορεί να είναι αντικρουόμενα, εάν κάποιο σύστημα ή όργανό μας υφίσταται μια διαταραχή. Τότε μπορεί να νιώσουμε ίλιγγο» επισημαίνει η κα Παταρίδου.
Οι πιο συχνές αιτίες του ιλίγγου είναι αιθουσαία νευρωνίτιδα, καλοήθης παροξυσμικός ίλιγγος θέσεως, η Νόσος του Meniere, το ακουστικό νευρίνωμα, η διάσειση του λαβυρίνθου ή ίλιγγος σχετιζόμενος με ημικρανία. Δεδομένου ότι οι αιτίες του ιλίγγου είναι πολλές και διαφορετικές, η αντιμετώπιση είναι ανάλογη της εκάστοτε αιτίας.
Στο μεταξύ ο ίλιγγος εμφανίζεται σε όλες τις ηλικίες, ακόμη και σε παιδιά. Σε αυτές τις περιπτώσεις τα βασικά συμπτώματα είναι η αστάθεια, δηλαδή η τάση του παιδιού να πέσει προς τη μια πλευρά, όταν στέκεται ή όταν βαδίζει, που γίνεται ακόμη πιο έντονη όταν κινείται πάνω σε κρεβάτι ή σε μαξιλάρια. Πολύ συχνό σύμπτωμα είναι επίσης ο εμετός ή η ναυτία και ο πόνος στην κοιλιά. Επιπλέον μπορεί να συνοδεύεται και από διαταραχές στην όραση.
Μια γενική κλινική εξέταση από τον παιδίατρο μπορεί να οδηγήσει στη διάγνωση. Όμως απαραίτητη είναι και η εξέταση ωτορινολαρυγγολόγου, νευρολόγου και οφθαλμιάτρου. Η θεραπεία κι εδώ ορίζεται ανάλογα με την αιτία που προκάλεσε το σύμπτωμα.
Δήμητρα Χατζηπαναγιώτου