του Θοδωρή Καραβά
Ανάμεσα στη τύρβη και τη γαλήνη του χθες και του σήμερα, η φωνή του ψάλτη καλόγερου την ώρα της ορθόδοξης ιεροτελεστίας με την θαλάσσια μυρωμένη αύρα και την ευωδιά των λουλουδιών την καρδιά μου κάνουν να χοροπηδά τρελά.
Τα αρώματα, οι εικόνες, το γλυκομίλημα του πελάγους αυτή την ώρα της θείας κατάνυξης και χιλιάδες γαϊτανάκια με πολύχρωμες κορδέλες και τρίλιζες με περιτριγυρίζουν γελώντας και τραγουδώντας.»
«Εσύ είσαι Έλλην χριστιανός ορθόδοξος. Εγώ Ιταλός μη θρησκευόμενος. Όμως οι καθεδρικοί ναοί της Μπολόνια και οι ελληνικές ορθόδοξες εκκλησίες της Ερμιόνης είναι κοινό μας έργο. Όταν κοιτάζεις τις τοιχογραφίες του Δημοτικού Μεγάρου της ιταλικής πόλης, όπου ο ζωγράφος αναπαριστά σκηνές από την αγροτική ζωή, τις ίδιες εικόνες βλέπεις και στις βελούδινες πλαγιές της δικής σου γενέτειρας. Δεν μου αρέσουν οι επαύλεις χλιδής γύρω από το Πόρτο Χέλι. Εγώ στη Βενετία απέφευγα το Εξέλσιορ. Προτιμούσα τις απλοϊκές πανσιόν. Δεν μπορώ να κρατήσω ίσο με το συγγραφέα των Φίντζι Κοντίνι. Ματαιοδοξία αυτών που έγιναν πλούσιοι με αέρα να δείχνουν στη φτωχή τάξη ποιοι τους κυριαρχούν.»
«Η ταπεινή ύβρις Μεσιέ Παζολίνι, αποτελεί μια ανυπόφορη τροχοπέδη στο ξετύλιγμα του διαλεκτικού προτσές.» «Θα απαντούσα Τζόρτζιο αλλά έχω γύρισμα, φεύγω. Όμως για να μη νομίζεις ότι φυγομαχώ, σου λέω ,γνωρίζω Μπασάνι, ότι η πόλη πού γεννήθηκες είναι η Φεράρα, και εσύ ξέρεις ότι είμαι απ’ τη Μπολόνια, έξοχες πόλεις που αποτελούν λίκνα δύο διαφορετκών πολιτισμών. Βρίσκω τον εαυτό μου μέσα στις Μαντόνες του Κόζιμο Τούρα και εσύ στους μανιερίστικους Άγιους Σεβαστιανούς του Γκουίντο Ρένι. Όμως δεν γίνεται να χάσω την είσοδο μιας εξαιρετικής προσωπικότητας, μοναδικής και ανεπανάληπτης. Έτσι θέλω να αποδώσω το σεβασμό πού οφείλουμε όλοι στις πολύ μεγάλες ηρωϊδες, νεράιδες, θεές, της Μαρίας Κάλλας, της ντίβας όπως την αποκαλούν. Σταματάω, αποχωρώ, σε τρεις ημέρες πρέπει να ανεβάσω στο θέατρο Νο το έργο μου «Οι Εξομολογήσεις μιας Μάσκας». Τρέχω στο αεροδρόμιο.»
«Επίσης εγώ ο Τζόρτζιο Μπασάνι σας χαιρετώ. Πηγαίνω στη Τσινετσιτά να παρακολουθήσω γύρισμα της ταινίας σχετικό με το βιβλίο μου.» «Μερικά λεπτά δώστε μου Κύριοι.», πετάχτηκε ο Έλληνας.
«Συζητήσαμε πολλά και διάφορα. Το ουσιώδες δεν το είπα. Στη χώρα μου σήμερα αυτό που συμβαίνει είναι να περιφρονείς τους νέους, χωρίς παιδεία να τους αφήνεις, τα πτυχία να μην αξίζουν, να μη σε ενδιαφέρει οι άνθρωποι πώς ζουν, να μη σε νοιάζει αν μπορούν να φέρουν ψωμί στο σπίτι. Στη πατρίδα μου τελευταία συνέβησαν πολλά παράξενα. Ξαφνικά τη χώρα μου τυλίγουν τεράστιες υποχθόνιες φλόγες, οι φωτιές καίνε παντού μέρες και νύχτες, στάχτη γίνονται χιλιάδες καρποφόρα δέντρα, αγροί με εκατομμύρια τόνους λαχανικά, ζώα, πολλοί άνθρωποι χάνουν τη ζωή τους μέσα στο καμίνι που καίει σε υψηλές θερμοκρασίες ακατάπαυστα. Λίγο αργότερα η λέξη «νταβατζήδες» που εκτοξεύεται στον αέρα φέρνει πολιτικό άλλο πρωθυπουργό της κυβέρνησης. Λίγος καιρός περνά και η Ελλάδα πέφτει σε κρίση, ανεργία μεγάλη, φτώχεια, μιζέρια, εξαθλίωση. Οι δρόμοι, οι γέφυρες και τα πάρκα γεμίζουν με παρά πολλούς άστεγους. Συσσίτια, κόψιμο συντάξεων και μισθών, οι εισφορές στα ασφαλιστικά ταμεία των εργαζομένων που χρόνια πλήρωναν με τον ιδρώτα και το αίμα τους οι μισές. Πολλά δισεκατομμύρια δηλαδή εξαφανίζονται ως διά μαγείας σε δευτερόλεπτα. Οι συντάξεις εν τω μεταξύ κόβονται, κόβονται, κόβονται.
Η πολιτική νομενκλατούρα, αυτή πού πήρε μεγάλα πακέτα χρημάτων από την Ευρώπη, αυτή πού ξέσκισε τον κόσμο με το χρηματιστήριο, με τα ομόλογα είναι πάλι στο προσκήνιο. Ζουν πλουσιοπάροχα τα λεφτά τους από τις μίζες εις βάρος του ελληνικού δημοσίου. Τα κλεψιμαία είναι καταχωνιασμένα στις Παρθένους Νήσους, σε αγγλικά νησιά, στην Ελβετία, στο Λουξεμβούργο και χρυσοφόρες θυρίδες εξωτερικού και εσωτερικού κυκλοφορούν με μοντέλα πανάκριβων αυτοκινήτων, με ελικόπτερα, θαλαμηγούς, με βιζιτούδες, άλλοι με γκόμενους. Οι έξωθεν φίλοι μας ξέχασαν ότι εμείς οι Έλληνες βάλαμε τα κορμιά μας κόντρα στα θηρία για να ελευθερωθεί η Ευρώπη και ο κόσμος συνεχώς επιβάλλουν όλο και σκληρότερα μέτρα. Θέλουν τους Έλληνες και τις Ελληνίδες στο καναβάτσο, δε θα το καταφέρουν. Φυσικά φταίνε και τα εγχώρια λαμόγια. Επειδή και οι τρεις είστε διάσημοι στο πλανήτη με την απαράμιλλη τέχνη σας στο γράψιμο και στη φιλόσοφοι, πρέπει να βοηθήσετε την Ελλάδα.
Σινιόρ Μπασάνι σταμάτα να μιλάς για γλωσσολογικά επίπεδα και νεωτεριστές συγγραφείς και άλλα περίεργα, όπως Κέιτζ, Στοκχάουζεν, Βαρέζε, και κανόνες ορχηστρικής συμπεριφοράς.
Πιέρ Πάολο Παζολίνι πρέπει επιτέλους να καταλάβεις ότι ο περισσότερος κόσμος δεν είναι στο πνευματικό επίπεδο σου, δεν διαβάζει το «Σημείο Μηδέν της Γραφής» του Ρολάν Μπαρτ, ούτε τη «Μετακριτική της Γνωσολογίας» του Τέοντορ Αντόρνο, ούτε την «Ιδεολογία και Γλώσσα» του Μαξ Χορκχάιμερ που άκουσα στη κόντρα με το Τζόρτζιο να αναφέρεις.
(συνεχίζεται)