Όταν σε είδα πρώτη φορά, ακολουθούσες κάποιους ανθρώπους και ζητούσες προσοχή και χάδια. Σε χάιδεψα και μου πήρες την καρδιά. Από τότε σε έβλεπα να κοιμάσαι έξω από το σπίτι μου πάνω στα αμάξια μαζί με την φίλη σου την Στέιση αγκαλιά.
Πόσοι άνθρωποι περνούσαν και σε χάιδευαν, ήσουν φιλικός με όποια και όποιον σου έδινε λίγη προσοχή και αγάπη. Κάθε πρωί που έβγαινα να πάω στη δουλειά σε έβλεπα πάνω σε κάποιο αμάξι να κοιμάσαι αμέριμνος. Το βράδυ που έβγαινα να ταΐσω την Ομορφούλα περνούσα πρώτα από εσένα να σε χαϊδέψω και να σου μιλήσω. Με ακολουθούσες και σε μάλωνα να γυρίσεις πίσω. Όταν γυρνούσα το ίδιο.. Με ακολουθούσες ως την πολυκατοικία και προσπαθούσες να μπεις μέσα… Με κοιτούσες μέχρι να μπω στο ασανσέρ… Η καρδιά μου μάτωνε κάθε φορά… Ένα σπιτάκι για σένα…
Σε ονόμασα Ρούντι. Άκουγες το όνομά σου με μιας. Σε φώναζα και ερχόσουν τρέχοντας… Σε έβγαλα στο διαδίκτυο και περίμενα. Τίποτα…Κάθε φορά που έβγαινα από το σπίτι μου η ίδια αγωνία. Είναι ο Ρούντι εδώ; Στις 6 Δεκέμβρη σε βάλαμε στο σπίτι της Λίλης στην εσωτερική της αυλή. Σου άρεσε τόσο πολύ! Καθόσουν και την κοιτούσες από το παράθυρο και έμοιαζες τόσο ήρεμος και ευτυχισμένος! Και μετά πάλι έξω. Πάλι η ίδια αγωνία. Και εγώ και η Λίλη. Τι θα γίνει με τον Ρούντι; Θα βρει σπιτάκι; Θέλει τόσο πολύ… Και ήρθε η στιγμή που βγαίνω έξω και δεν σε βλέπω πια… Ήρθε η στιγμή που οι οροφές των αμαξιών είναι άδειες χωρίς την πληθωρική παρουσία σου. Κάθε μέρα που βγαίνω έξω κοιτάω στις οροφές των αμαξιών για να σε δω άλλα δεν είσαι πια εκεί. Ο Ρούντι δεν είναι πια εδώ… Ο Ρούντι δεν είναι εδώ και δεν είναι καν Ρούντι. Ο Ρούντι είναι Τόλης ή Τολάρας πλέον…
Ένα βράδυ αφήσαμε με τη Μαριαλένα δύο γατούλες που είχαμε πιάσει για στείρωση από το σπίτι του Λαπαθιώτη. Δεν φύγαμε αμέσως και χαζεύαμε… Εκείνη τη στιγμή «σκάσανε μύτη» τρία άτομα… Ο Ρούντι ήταν ο ένας. Δύο νεαρά αγόρια τα άλλα δύο. Τα αγόρια μας ρώτησαν αν ταΐζουμε τα γατάκια και απάντησα ότι τα στειρώνουμε. Αφού μας είπαν «μπράβο», πρόσεξαν τον Ρούντι ο οποίος είχε πέσει με τα μούτρα σε μαγειρευτό φαγητό που κάποια είχε ρίξει πριν πάμε εμείς. Τους είπαμε ότι ψάχνουμε σπίτι για το Ρούντι μας. Αυτό ήταν. Το βλέμμα του Νίκου έπεσε πάνω στον Ρούντι και τον ερωτεύτηκε. Μας είπε ότι τον θέλει και ότι θα τον πάρει την επόμενη μέρα. Κανονίσαμε μέρος και ώρα. Εγώ αφού συνεννοήθηκα μα την Λίλη τον βούτηξα και τον έβαλα στην εσωτερική αυλή. Δεν αφήνω τίποτα στην τύχη με τις γάτες. Ο δρόμος είναι επικίνδυνος.
Τα δύο αγόρια, πιστά στο ραντεβού τους ήρθαν την άλλη μέρα και πήραν τον Ρούντι. Ο Νίκος τον ονόμασε Τόλη και τον έβαλε στην καρδιά του και στο σπίτι του. Μου είπε ότι δεν κοιμήθηκε όλο το βράδυ από την αγωνία του που θα έπαιρνε το Ρούντι μας. Τώρα είναι μαζί και ο Νίκος αδημονεί κάθε φορά να γυρίσει σπίτι να δει τον Ρούντι/Τόλη του. Είναι τόσο αγαπημένοι οι δυο τους…
Σε ευχαριστούμε Νίκο. Σε ευχαριστούμε , γιατί ο Ρούντι δεν είναι πια εδώ…
Εύη Βρέττα