Για 3 βραδιές στις 2, 3 & 4 Απριλίου!
Πρόκειται για την αληθινή ιστορία του βετεράνου του σουηδικού και πρωσικού στρατού Γιόχαν Κρίστιαν Βόυτσεκ (1780-1824), που εκτελέστηκε σε δημόσια εκτέλεση στη Λειψία, στις 27 Αυγούστου 1824, για το φόνο της 46χρονης Γιοχάννα Κρίστιαν Βόοστ, μετά από γνωμοδότηση του Δρα Γιόχαν Κρίστιαν Κράους ότι είχε σώας τας φρένας κατά τη διάπραξη του εγκλήματος.
Η παράσταση παρουσιάστηκε για πρώτη φορά στο Μόναχο το 1913. Ο Μπρεχτ έχει επηρεαστεί από την γραφή και το ύφος του Βόυτσεκ στο έργο του «Ταμπούρλα μέσα στη Νύχτα», ενώ ο Μάρτιν ‘Εσσλιν στο μελέτημά του για το θέατρο του παραλόγου χαρακτήρισε το έργο σαν πρόδρομο τουσημερινού μας μοντέρνου θεάτρου. Στο έργο του όμως καταγράφεται και μία ακόμη για την εποχή του πρωτοτυπία : ενώ μέχρι τότε κεντρικοί ήρωες ήταν οι εκπρόσωποι της ανώτερης κοινωνικής τάξης, στον Βόυτσεκ κεντρικός ήρωας είναι ένα πρόσωπο της κατώτερης τάξης εισάγοντας στην παγκόσμια δραματουργία την έννοια του αντι-ήρωα.
Ο Γκέοργκ Μπύχνερ ξεκίνησε να γράφει τον Βόυτσεκ το 1836 όμως αρρώστησε με τύφο και πέθανε το 1837σε ηλικία μόλις 23 ετών κι έτσι το έργο έμεινε ατελείωτο. Μέχρι και σήμερα αποτελεί μία ανοιχτή συζήτηση στους θεατρολογικούς κύκλους αλλά και στην μεταφορά του στην σκηνική πράξη. Η προσέγγιση που έγινε στο κείμενο είχε ως κύριο στόχο την εισαγωγή της ιστορίας στη σύγχρονη πραγματικότητα. Έτσι, ο κύριος κορμός της ιστορίας υφαίνεται γύρω από την προβληματική ερωτική σχέση του Βόυτσεκ με την Μαρία που έχουν ένα παιδί εκτός γάμου, και την κοινωνική καταπίεση που υφίσταται ο ήρωας προκειμένου να συντηρήσει τους αγαπημένους του.
Ο Βόυτσεκ είναι ένα πρόσωπο περιφρονημένο και όλοι τον αντιμετωπίζουν σαν κατοικίδιο. Υποφέρει από νευρώσεις και έχει σύνδρομο καταδίωξης ενώ παιδεύει το μυαλό του προσπαθώντας να κατανοήσει την ύπαρξη του ανθρώπου. Ο Βόυτσεκ μέσα από τις νευρώσεις, τη μανία καταδίωξης και τις διαταραχές που τον καταβάλουν, υφίσταται κοινωνικό εκφοβισμό από τον περίγυρό του ο οποίος τον μεταχειρίζεται ως πειραματόζωο. Από την άλλη πλευρά η Μαρία, αναγκάζεται λόγω του νόθου της παιδιού με τον Βόυτσεκ να εξαρτάται οικονομικά από εκείνον πράγμα το οποίο την εξαντλεί συναισθηματικά και την κάνει ευάλωτη στην ερωτική απάτη. Μία απάτη η οποία θα αποτελέσει τη σπίθα στο ήδη φλογισμένο μυαλό του Βόυτσεκ για να ξεσπάσει πάνω της όλη του την οργή απέναντι σε μία κοινωνία που τον έχει στο περιθώριο. Σύμβολο της απάτης ένα ζευγάρι σκουλαρίκια με τα οποία ένας αρχιτυμπανιστής πείθει τη Μαρία να πλαγιάσει μαζί του. Η Μαρία μέσα από αυτή την υλιστική πλάνη φτιάχνει μία ουτοπία μέσα από την οποία ξεχνάει τη μιζέρια της.
Ο έρωτας τελικά γίνεται το εξιλαστήριο θύμα στην καταπιεσμένη καθημερινότητα του Βόυτσεκ η οποία χαρακτηρίζεται από το καθημερινό ξύρισμα και χλευασμό εκ μέρους του λοχαγού του και την απάνθρωπη μεταχείριση από τον γιατρό που για ένα μεροκάματο τον χρησιμοποιεί σαν πειραματόζωο.
Τραγική απόρροια του κοινωνικά προμελετημένου φονικού, είναι ο απόγονος του ζευγαριού που καλείται να κουβαλήσει την παράνοια ενός συστήματος που τον άφησε ορφανό από γονείς, όνειρα, ψυχική υγεία και τελικά ορφανό από την ίδια την ζωή.
Οι τεχνικές παρεμβάσεις στο μονόπρακτο λειτουργούν προκειμένου να μεταφέρουν την ιστορία σε ένα διττό περιβάλλον συμβολικού και πραγματικού χαρακτήρα. Κύριο μέλημα της διασκευής του Βόυτσεκ ήταν να αποτελέσει μία θεατρική εμπειρία για τον θεατή όπου χωρίς να γίνεται βαρύ και μονότονο, να αποτελέσει μία οπτική στην ανθρώπινη ψυχή όπως αυτή από την οποία εμπνεύστηκε ο συγγραφέας του Γκέοργκ Μπύχνερ η οποία είναι πανανθρώπινη και αιώνια.