Αυτό το τραγούδι είναι δικό μας! Σε είδα. Σε είδα εχθές στο παλιό μας στέκι! Καθόσουν σ’ ένα ψηλό σκαμπό στη γωνία του μπαρ κοντά στο παράθυρο με τα πολλά κεράκια.
Σ’ εκείνο το σημείο που χαράζαμε το ξύλο με το σουγιαδάκι που είχαμε κλέψει από το ψιλικατζίδικο του μπάρμπα Νίκου. Εκεί που αφήναμε οικόσημο τις δικές μας λέξεις! Θυμάσαι;! Είχες σκυφτό το κεφάλι. Τα μάτια σου είχαν κολλήσει μες στο ποτήρι σου. Σα να ‘βλεπες εκεί μέσα, την δική σου ομορφιά. Τη δική σου κατάρα. Τα μακριά σου μαύρα μαλλιά έκρυβαν με προσοχή το πρόσωπό σου και σκέπαζαν αυτά τα όμορφα λακκάκια που πάντα μου άρεσε να πειράζω! Χτυπούσες κάτω το πόδι σου με ρυθμό. Δάκρυσες! Σε είδα! Σηκώθηκες κάποια στιγμή να χορέψεις κι έκλαιγες! Πέρασες από δίπλα μου και με κοίταξες, αλλά έτσι μεθυσμένη που ήσουν. Ούτε που με γνώρισες. Ούτε καν με θυμήθηκες. Μετά από τρία σακατεμένα τραγούδια, παραπατώντας για λίγο, έκατσες πάλι ακριβώς στη γωνιά, όπως ήσουν πριν. Σα να μη σηκώθηκες καν από εκεί. Η ίδια στάση, η ίδια φιγούρα! Όλα ήταν ήρεμα για κάμποση ώρα. Κάποια στιγμή σήκωσες το κεφάλι σου και άρχισες να με κοιτάς περίεργα και επίμονα! Μάλλον, δεν με θυμώσουν! Εντάξει, είχες δίκιο! Είχα αλλάξει λίγο. Τα μαλλιά μου δεν ήταν πλέον όρθια, είχαν μακρύνει αρκετά! Σχεδόν μέχρι τη μέση. Είχα αφήσει και λίγο μουσάκι παραπάνω από την τελευταία φορά
που είχαμε βρεθεί. Όχι, όχι! Μην νομίζεις, δεν το έκανα γιατί βαριόμουν να ξυριστώ. Απλά άλλαξαν πολλά από τότε. Δεν ήξερα όμως αν έπρεπε να σε πλησιάσω. Αν θα ήθελες να ήμουν αυτός που έβλεπες ή αυτός που είχες κάποτε γνωρίσει! Είχε βαρύνει η όλη ατμόσφαιρα! Παράξενες ενέργειες! Αλλάζει η μουσική και σε βλέπω, να σηκώνεσαι πάλι όρθια, έτσι ξαφνικά και να αρχίζεις να χορεύεις σαν τρελή ένα τραγούδι που πραγματικά μ’ αρέσει πολύ. Άρχισες τότε να γελάς! Να γελάς συνέχεια, ευτυχισμένη, μα τα δάκρυά σου έτρεχαν ασταμάτητα. Φαινόταν όμως. Χαιρόσουν! Δάκρυα ευτυχίας. Τα μάτια σου κολυμπούσαν σε μία γνώριμη θάλασσα. Κι αυτή η θάλασσα ήταν δική μου. Σταμάτησες ξαφνικά να χορεύεις και κόλλησες το βλέμμα σου επάνω μου. Χα χα χα!!! Επιτέλους με είδες! Με θυμήθηκες! Έτρεξες επάνω μου και με αγκάλιασες! Σφιχτά! Πολύ σφιχτά! Με φίλαγες συνέχεια! Παντού! Συνέχεια! Συνέχεια! Το τραγούδι που χόρευες το είχαμε γράψει μαζί. Οι δυό μας. Για εμάς τους δύο. Έχουν περάσει από τότε… δέκα ολόκληρα χρόνια. Μα δε μας νοιάζει καθόλου. ΕΙΝΑΙ ΔΙΚΟ ΜΑΣ.
Nεκτάριος Θεοδώρου