του μαθηματικού – συγγραφέα
Ευαγγέλου Σπανδάγου
α) Το διάβασμα στην Αρχαία Ελλάδα.
Οι περισσότεροι Αρχαίοι Έλληνες, ιδίως οι Αθηναίοι, οι Κορίνθιοι, οι κάτοικοι των Ιωνικών πόλεων και της Μεγάλης Ελλάδος, ανεξάρτητα επαγγέλματος, ήταν φιλαναγνώστες.
Αυτό προκύπτει από την ύπαρξη βιβλιοπωλείων και βιβλιοθηκών στις πόλεις αυτές. Διάφοροι ιστορικοί αναφέρουν και γυναίκες φιλαναγνώστριες. Μελετητές δύσκολων κειμένων ήταν οι μαθητές των διαφόρων φιλοσοφικών σχολών. Οι απλοί πολίτες διάβαζαν λογοτεχνικά και ιστορικά κείμενα. Η μελέτη της Ιλιάδος και της Οδυσσείας του Ομήρου καθώς και της Θεογονίας του Ησιόδου γινόταν από μικρές ηλικίες με τη βοήθεια των δασκάλων ή των γονέων.
β) Τα βιβλία
Ο όρος “βιβλίον” προήλθε από τον όρο “βύβλος” που ήταν άλλη ονομασία του φυτού “πάπυρος”. Ο φλοιός του παπύρου, με σχετική κατεργασία, έδινε ένα είδος χαρτιού για γραφή. Ο πάπυρος αποτελούσε την πρώτη και κυριότερη ύλη πάνω στην οποία έγραφαν μ’ ένα είδος μελάνης τα κείμενα, λόγω των πολλών ιδιοτήτων του. Η μελάνη (“το μέλαν”) κατασκευαζόταν από νερό, καπνιά και αραβική γόμμα. Οι γραφίδες ήταν κατασκευασμένες από καλάμι. Υπήρχαν όμως και γραφίδες από ορείχαλκο. Τη μελάνη τη διατηρούσαν σε ειδικά δοχεία, τα “μελανοδοχεῖα” ή “πυξίδας”. Αρχικά οι γραφείς έγραφαν τοποθετώντας την επιφάνεια γραφής πάνω στον ένα μηρό, έχοντας βάλει το ένα σκέλος πάν στο άλλο. Κατά τον 3ο π.Χ. αιώνα καθιερώθηκε το γράψιμο πάνω σε τραπέζι ή αναλόγιο. Το σχήμα των βιβλίων ήταν κυλινδρικό και για το λόγο αυτό οι Αρχαίοι Έλληνες ονόμαζαν τον πάπυρο και κύλινδρο. Τα βιβλία τα τοποθετούσαν σε κυλινδρικές θήκες από ξύλο ή δέρμα, επειδή ο πάπυρος ήταν εύθραυστος.
Κατά την ανάγνωση ενός βιβλίου ο μελετητής με το ένα χέρι το ξετύλιγε και με το άλλο τύλιγε το τμήμα που είχε διαβάσει. Για το λόγο αυτό η φράση “ἀνελίττειν κύλινδρον” ισοδυναμεί με το “διαβάζει το βιβλίο”. Στην τεχνική αυτή του τυλίγματος οφείλεται και το γεγονός ότι το φύλλο το παπύρου ήταν γραμμένο μόνο από τη μία επιφάνεια. Οι δυο κατακόρυφες πλευρές του φύλλου του παπύρου ήταν κολλημένες σε δυο λεπτές ράβδους τις οποίες ονόμαζαν “ὀμφαλόν”.
Η χρήση του παπύρου περιορίσθηκε πολύ κατά τα μέσα του 2ου π.Χ. αιώνα, όταν επινοήθηκε η περγαμηνή. Η περγαμηνή ήταν δέρμα, συνήθως κατσικιού, κατάλληλα κατεργασμένο και απολύτως λείο. Το δέρμα το έκοβαν σε σχήμα τετραγώνου ή ορθογωνίου. Η χρήση της περγαμηνής υιοθετήθηκε για πρώτη φορά από τον Βασιλέα της Περγάμου Ευμένη τον Α¢ τον Ευεργέτη (3ος π.Χ. αιώνας) και για το λόγο αυτό πήρε και το όνομά της. Από τότε το σχήμα των βιβλίων έπαψε να είναι κυλινδρικό και υιοθετήθηκε το σημερινό σχήμα. Πολλά φύλλα περγαμηνής (χειρόγραφα) δεμένα μαζί αποτελούσαν το “σωμάτιον” ή τον “κώδικα”.
Κατά τον 5ο π.Χ. αιώνα “βιβλία” ονόμαζαν και τα διάφορα κεφάλαια των συγγραμμάτων. Ο Αρχαιότερος διασωθείς πάπυρος που έχει σχέδια χρονολογείται στις αρχές του 2ου π.Χ. αιώνα. Πρόκειται για ένα σύγγραμμα αστρονομίας άγνωστου συγγραφέα.
(συνεχίζεται)