Τα παραμύθια αρέσουν σε όλους. Και σε μικρούς και σε μεγάλους. Τα παιδιά από την κοιλιά της μάνας «ακούν» παιδικές ιστορίες.
Θα μου πείτε, ακούν και άλλου είδους παραμύθια, αφού ζουν στον κόσμο μας. Είναι αλήθεια. Θα έλεγα, λοιπόν, ότι τρέφονται και μεγαλώνουν σ’ ένα κλίμα παραμυθένιο, που όμως έχει την αντιστοιχία του στο πραγματικό. Μαθαίνουν να ξεχωρίζουν το καλό και το κακό. Μαθαίνουν να βιώνουν τον φόβο από κάτι που οι μεγάλοι θέλουν να τα προστατεύσουν. Να συμβιώνουν με το σκοτάδι, αλλά και να βρίσκουν πρότυπα συμπεριφοράς για το πως να συμπεριφέρονται στα αδέλφια τους, στους συμμαθητές τους. Άλλες πάλι φορές ταυτίζονται με τους αντι-ήρωες και κρυφά μέσα τους έλκονται από κάποιους που φοβούνται. Το χιούμορ είναι καταλυτικό. Είναι μάλιστα μεγαλοπρεπές, όταν το συναντάς σ’ ένα κείμενο που απευθύνεται σε παιδιά. Γελώντας βλέπουν το ίδιο πράγμα από την εύθυμη πλευρά του. Ξεχνούν ό,τι τυχόν τ’ αναστάτωσε και ξαναγυρνούν στον κόσμο τους. Έναν κόσμο στον οποίο όλοι μας θέλουμε να επιστρέφουμε. Οι ωραίες αντισυμβατικές εικόνες με τα λαμπερά χρώματα και τις κινήσεις πέρα από τον real world. Ζώα που έχουν φωνή. Στοιχεία καθημερινής χρήσης, που ζωντανεύουν και συμμετέχουν στο γίγνεσθαι. Μύθοι. Αλήθειες που έγιναν εύπιστες, έτσι ώστε να διαδοθούν σε όλους και να διδάξουν. Όσο το δυνατόν πιο απλές ιστορίες, με νοήματα όμως κρυφά, αλλά και μεγαλειώδη. Κρατάμε στο χέρι μας ένα ελκυστικό παραμύθι. Παίρνουμε στην αγκαλιά μας το παιδί και αρχίζουμε το διάβασμα. Η ήρεμη γεμάτη αγάπη φωνή μας είναι αυτή που συμπληρώνει το παζλ. Τα παραμύθια ανοίγουν τους κόσμους της περιπέτειας σ’ ένα μικρό παιδί, που ταξιδεύει σε τόπους μακρινούς. Γίνονται μια παρέα μεγάλη, όλοι μαζί, τα παιδιά, οι ήρωες της ιστορίας αλλά και ο εμπνευστής της. Έτσι μαθαίνουν να δίνουν και να παίρνουν αγάπη, χαρά, ευγνωμοσύνη. Να συγχωρούν.
Νέλλη Περιστεροπούλου