Η τελευταία πυρκαγιά στο ΧΥΤΑ Φυλής, υπενθύμισε για μια ακόμη φορά, την οριακή κατάσταση που έχει περιέλθει η διαχείριση των απορριμμάτων στην Αττική.
Με την ανακύκλωση να καρκινοβατεί και με το σύνολο σχεδόν των απορριμμάτων της Αττικής να κατευθύνεται στον ήδη κορεσμένο ΧΥΤΑ, οι πρόσφατες επιλογές τόσο της κυβέρνησης όσο και της περιφερειακής αρχής, χειροτερεύουν ακόμη περισσότερο την κατάσταση.
Συνοπτικά -όπως καταγγέλλεται σε κείμενο συλλογικοτήτων απ’ όλη τη χώρα- οι επιλογές αυτές αποτυπώνονται σε τρία επίπεδα.
«Στο πρώτο επίπεδο, η κυβέρνηση προχώρησε σε νέο Εθνικό Σχεδιασμό με ορίζοντα 10ετίας (!) τον οποίο έθεσε σε διαβούλευση στα μέσα Αυγούστου. Χωρίς κανένα συλλογικό όργανο της αυτοδιοίκησης να προλάβει να πάρει θέση, με καταγγελία από την ΠΟΕ ΟΤΑ και χωρίς τη Βουλή, το νέο Εθνικό Σχέδιο επικυρώθηκε από το Υπουργικό Συμβούλιο.
Οι πιο βασικές διαφορές από τον προηγούμενο σχεδιασμό (που με ευθύνη της προηγούμενης κυβέρνησης, εκπονήθηκε, μπήκε στο συρτάρι και υπονομεύτηκε από την πρώτη στιγμή με διαφορετικές επιλογές) είναι οι εξής:
- Εισαγωγή της καύσης ως μεθόδου τελικής διάθεσης απορριμμάτων, προκειμένου να περιοριστεί το ποσοστό της ταφής στο 10%. Με 4 μεγάλες μονάδες στη χώρα, η μια εκ των οποίων σχεδιάζεται (που αλλού;) στη Φυλή.
- Επιλογή της σύμπραξης με ιδιώτες (ΣΔΙΤ) για την κατασκευή 43-46 εργοστασίων επεξεργασίας σκουπιδιών με το κύριο προϊόν τους να κατευθύνεται για καύση.
- Αποθάρρυνση της ανακύκλωσης σε διακριτά ρεύματα με την συντήρηση του αδιαφανούς όσο και αναποτελεσματικού μπλε κάδου και των ιδιωτικών συστημάτων που διαχειρίζονται τις εισφορές ανακύκλωσης (προκύπτουν ως έμμεσος φόρος ενσωματωμένος στην τιμή των προϊόντων που αγοράζουν οι καταναλωτές).
Η καύση, που εισάγεται για πρώτη φορά στη χώρα είναι μια επιλογή εξαιρετικά επικίνδυνηγια το περιβάλλον καθώς από τη μια καταστρέφει πολύτιμα υλικά που θα έπρεπε να ανακυκλωθούν και από την άλλη παράγει ιδιαίτερα τοξικούς και καρκινογόνους ρύπους και υπολείμματα.
Το ενεργειακό ισοζύγιο είναι επίσης αρνητικό, ιδιαίτερα στις κλιματικές συνθήκες της χώρας μας. Όλες αυτές οι μονάδες, απαιτούν τεράστιες επενδύσεις όσο και τεράστιες ποσότητες σκουπιδιών, δεσμεύοντας την χώρα σε χαμηλά ποσοστά ανακύκλωσης.
Το δεύτερο επίπεδο αφορά την διαιώνιση της Φυλής ως «μνημείο περιβαλλοντικού χάους, αρρώστιας και ανθρώπινου πόνου», όπως είχε περιγράψει γλαφυρά η έκθεση της Επιτροπής αναφορών του Ευρωκοινοβουλίου ήδη από το 2014. Η επέκταση – για άλλη μια φορά – του ΧΥΤΑ Φυλής, αποφασίστηκε πέρυσι εν μέσω θέρους και εν κρυπτώ από την απελθούσα περιφερειακή αρχή και συνεχίστηκε φέτος πάλι με τον ίδιο τρόπο. Η επιλογή αυτή είναι μακροχρόνια καθώς οι σχεδιασμοί για την πολύ επικίνδυνη καύση ακόμη και αν υλοποιηθούν, απαιτούν μεγάλη περίοδο προετοιμασίας.
Το τρίτο επίπεδο, το λιγότερο γνωστό, αφορά την τιμολογιακή πολιτική, μέσω της οποίας από τη μια αποθαρρύνουν τον διαχωρισμό και την ανακύκλωση και από την άλλη ελαφρύνουν το κόστος για τους κατοίκους των ακριβών προαστίων που παράγουν και τα περισσότερα σκουπίδια!
Στην πραγματικότητα σε όλες τις παραπάνω επιλογές, η πολιτική που υιοθετείται είναι :
Κοινωνικά άδικη: Οι φτωχές περιοχές της Δυτικής Αττικής και της Δυτικής Αθήνας θα εξακολουθήσουν να δέχονται όλη τη ρύπανση.
Φιλο-εργολαβική: Εξασφάλιση συγκεντρωτικής διαχείρισης σκουπιδιών με μεγάλες μονάδες που θα χρυσοπληρωθούν όχι μόνο για να κατασκευαστούν αλλά και για να λειτουργούν.
Αντιπεριβαλλοντική: Πρόκειται για πλήρη αντιστροφή της ορθής ιεράρχησης που προβλέπουν ακόμη και οι οδηγίες της ΕΕ. Αντί για πρόληψη, επαναχρησιμοποίηση και ανακύκλωση επιλέγεται η διατήρηση υψηλών ποσοτήτων σύμμεικτων απορριμμάτων με κάθε τρόπο.
Στον αντίποδα όλων των παραπάνω, υπάρχει η πρόταση της αποκεντρωμένης διαχείρισης με δημόσιο, αυτοδιοικητικό και κοινωνικό έλεγχο, με χαμηλό κόστος και περιβαλλοντικό αποτύπωμα. Μια πρόταση που αφορά δραστική μείωση των αποβλήτων και προϋποθέτει αντί για εργοστάσια επεξεργασίας σύμμεικτων, τη δημιουργία μονάδων για την ανακύκλωση των υλικών (χαρτί, γυαλί, μέταλλα, πλαστικά, συσκευές κλπ). Πριν λοιπόν τα κάνουμε όλα στάχτη, ας προσπαθήσουμε να περισώσουμε ό,τι μπορούμε περισσότερο!!!».
Έμμη Πανούση, δημοσιογράφος – πρόεδρος της Πανελλήνιας Ένωσης Καταναλωτών «ΒΙΟΖΩ»