του Joe Wildthing
Με το θερμόμετρο να φλερτάρει με τους σαράντα και τη δουλειά να μην έχει μειωθεί παρά το θέρος – η «ανάπτυξη» γαρ… (λέμε και κανένα ανέκδοτο να περνάει η ώρα) – το Γκουντ Σταφ στέκεται αγέρωχα στις επάλξεις της … μουσικής δημοσιογραφίας.
Σαν κάτι να έχουμε καταφέρει τα τελευταία χρόνια μέσω της μικρής μας γωνιάς – ραδιοφωνικής και έντυπης – στον ΕΞ ‘methinks’ ή μήπως είναι απλά η εντύπωσή μου; Ποιος ξέρει; Όπως και να’χει, πες πες κάτι μένει. Επανάληψις μήτηρ πάσης μαθήσεως κ.ο.κ. Τε’ς-πα’. Αι προτάσεις μας δια το φύλλον:
KANDEL – O Great Habit (Mama Coco’s Funky Kitchen)
Kandel, για την ακρίβεια Henry Kandel. Έχει γράψει τα δεκαεπτά τραγούδια, τραγουδάει, παίζει κιθάρες, μπάσο, μπάντζο, πνευστά και έχει προφανώς πολλές ιστορίες να πει. Δεν τον πολυαπασχολεί πού θα τον κατατάξουμε μουσικά, δεν ενδιαφέρεται να είναι ‘indie’, ‘folk’, ‘punk’, βαρύς ή ελαφρύς (ποπ), δεν αναβιώνει συγκεκριμένες δεκαετίες και σκηνές, απλά γράφει μουσικές που ταιριάζουν κάθε φορά στο τραγούδι χωρίς να αισθάνεται την ανάγκη να κλέψει παλιότερες ιδέες ή να είναι «εύληπτος» και μ’ αυτήν την έννοια είναι πραγματικά έντεχνος ή ‘prog’ αν θέλετε (όχι με τη στενόμυαλη μεταλλάδικη αντίληψη για το θέμα – αλήθεια ο Kevin Ayers λ.χ. ή ο John Cale τι είναι για τον μέσο φαν του metal;). Με τέτοιους μουσικούς πότε θα (ξανα-)αρχίσουμε να ασχολούμαστε;
CHELSEA – Right to Work: The Singles (Let Them Eat Vinyl / Westworld Records)
Μια συλλογή κλασικού punk που πρέπει να συμπληρώσει κάθε ροκ δισκοθήκη που «σέβεται τον εαυτό της». Σε τέσσερεις πλευρές βινυλίου περιλαμβάνει το υλικό από τα δώδεκα πρώτα σινγκλ των θρυλικών Chelsea του Gene October από την κλασική τους περίοδο 1977-1982, ξεκινώντας προφανώς με το ιστορικό “Right to Work” που αναφέρεται στο ξεχασμένο σήμερα… δικαίωμα στη εργασία. (Κάτι τσιτάτα που είχαν εφεύρει οι «συμμορίται» βρε παιδί μου;! Σκέτη επιστημονική φαντασία!)
BEEF JERK – Tragic LP (Trouble in Mind Records)
Επανέκδοση από την καλή Αμερικανική ετικέτα ενός πραγματικά ανεξάρτητου δίσκου από το ’15 – με την πλήρη έννοια της «ανεξαρτησίας» (και από πλευράς αισθητικής και από πλευράς διανομής). Το Αυστραλέζικο κουαρτέτο από το Σύδνεϋ τιμά τις σχετικές παραδόσεις του έθνους ‘down under’ χωρίς να είναι «σκοτεινό» ή επιθετικό. Τα τραγούδια τους περιγράφουν την εμπειρία της καθημερινότητας της εργατικής τάξης (μπύρες στην παμπ, βαρεμάρα στη καθημερινές μετακινήσεις με τα μέσα συγκοινωνίας, διαλυμένες οικογένειες και μικρά οικογενειακά δράματα κ.τ.λ.) με τέτοια μουσική απλότητα που σου δίνουν την εντύπωση ποιητών της διπλανής πόρτας. Συνίστανται μετ’ επιτάσεως.
MOUNTAINS AND RAINBOWS – Particles LP (Castle Face Records)
Επιτέλους μια «νέα» μπάντα με προσωπικότητα. Οι garage / new wave rockers από το Ντητρόιτ μας θυμίζουν έντονα μια εποχή πριν τέσσερεις δεκαετίες όταν το underground παλλόταν από δημιουργικότητα, κάθε νέα μπάντα που ανακάλυπτες είχε φαινομενικά και μια ξεχωριστή μουσική πρόταση που θα μπορούσε να δημιουργήσει σχολή, η κεντρική ιδέα όταν έφτιαχνες ένα συγκρότημα δεν ήταν να μιμηθείς κάποιο στυλ, ώστε να ενταχθείς σε κάποια «σκηνή» και να κληρονομήσεις το ανάλογο ποίμνιο. Αντίθετα ήθελες να ανατρέψεις το κατεστημένο – και το ροκ κατεστημένο – και να κάνεις κάτι εντελώς δικό σου. Εν ολίγοις μια εποχή πολλή περίεργη για τα σημερινά φορμαλιστικά δεδομένα, την οποία αν δεν έχεις ζήσει είναι περίπου αδύνατο να καταλάβεις επαρκώς. Βέβαια, αν και το “Particles” είναι το δισκογραφικό ντεμπούτο των Mountains and Rainbows, η μπάντα έχει δέκα χρόνια δρόμου στην πλάτη της κι αυτό εν μέρει εξηγεί την απίστευτη ωριμότητα και εκφραστικότητα του δίσκου. Garage με καλλιτεχνικές ανησυχίες. Velvets, Pere Ubu, Beefheart κι άλλα διεγερτικά ματζούνια σε μια συνταγή που πρέπει να δοκιμάσετε.
DISCHARGE – End of Days LP (Nuclear Blast Records)
Οι ιστορικοί προπάτορες του hardcore/crust punk μετά από μια μακριά πορεία με στιγμές μεγαλοσύνης αλλά και τουλάχιστον ατυχείς «επιμεταλλώσεις» κάνουν φέτος το ντεμπούτο τους στη Nuclear Blast με το μόλις έβδομο LP τους. Οι Bones Roberts, Tezz Roberts και Rainy Wainwright από την αρχική σύνθεση μαζί με τον Jeff “J.J.” Janiak, πολύ πειστικά στο ρόλο του Cal Morris, αναβιώνουν επιτυχώς και φέρνουν στη σημερινή εποχή το αυθεντικό γιουρούσι της μπάντας με το οποίο έγραψαν ιστορία και έδειξαν ότι το punk δεν ήταν απλώς μια ελιτίστικη (τελικά) πλάκα αλλά παιγμένο από τους φυσικούς του φορείς μπορούσε και να δαγκώνει!
Αυτά. Ξέρω ότι ο καιρός σηκώνει Brian Wilson, αλλά πού και πού περνάμε και flashback «επαναστατικών διαδικασιών»… Καλά μπάνια.