του Ανδρέα Αναγνωστόπουλου
Ο Αμερικανός σκηνοθέτης Μάικλ Τσιμίνο, δημιουργός μεταξύ άλλων της ταινίας «Ο Ελαφοκυνηγός» (1978) με θέμα τον πόλεμο του Βιετνάμ, έφυγε από την ζωή σε ηλικία 77 ετών.
Ο θάνατός του ανακοινώθηκε πρώτα από τον διευθυντή του Φεστιβάλ των Καννών Thierry Fremont και μετά από την αμερικανική εφημερίδα The New York Times, η οποία επικαλέστηκε τον Έρικ Βάισμαν, φίλο και πρώην δικηγόρο του σκηνοθέτη. Όπως λέει ο Βάισμαν στους New York Times, ο σκηνοθέτης βρέθηκε νεκρός στην κατοικία του στο Λος Άντζελες. Ο Μάικλ Τσιμίνο τιμήθηκε το 1979 με το Όσκαρ Σκηνοθεσίας για τον «Ελαφοκυνηγό», μια τρίωρη εποποιία που αναφέρεται στον πόλεμο του Βιετνάμ μέσα από τη ζωή τριών φίλων. Εκτός από το αγαλματίδιο για την καλύτερη σκηνοθεσία, η ταινία είχε βραβευθεί με άλλα τέσσερα Όσκαρ, μεταξύ των οποίων αυτό της καλύτερης ταινίας. Ο Μάικλ Τσιμίνο γεννήθηκε στις 3 Φεβρουαρίου 1939 στη Νέα Υόρκη. Ο πατέρας του ήταν μουσικός εκδότης και η μητέρα του στυλίστρια. Ο ίδιος σπούδασε ζωγραφική στο πανεπιστήμιο του Γέιλ (1961) και αυτό του Νιού Χέιβεν (1963) πριν σκηνοθετήσει διαφημιστικά σποτ για την τηλεόραση. Το 1971 εγκαταστάθηκε στο Λος Άντζελες και άρχισε να γράφει σενάρια για ταινίες, όπως οι «Περιπέτεια στο διάστημα» και «Ένα Μάγκνουμ 44 για τον επιθεωρητή Κάλαχαν», πριν σκηνοθετήσει τη «Μεγάλη ληστεία της Μοντάνα» το 1974, με τον Τζεφ Μπρίτζες και τον Κλιντ Ίστγουντ, ο οποίος έκανε και την παραγωγή της ταινίας. Η μεγάλη επιτυχία ήρθε όμως το 1978 με τον «Ελαφοκυνηγό». Αντίθετα η «Πύλη της Δύσεως» (1980) ήταν μια εμπορική αποτυχία που αποδείχθηκε μοιραία για την United Artist, που είχε επενδύσει πολλά σ’ αυτή την ταινία των 3 ωρών και 40 λεπτών. Ο Τσιμίνο χρειάστηκε να περιμένει πέντε χρόνια πριν επιστρέψει στις επιτυχίες το 1985 με τη «Χρονιά του Δράκου» με θέμα την κινεζική μαφία. H κοινότητα των Ασιατών τον κατηγόρησε για ρατσισμό. Ακολούθησαν τρεις εμπορικές αποτυχίες: «Ο Σικελός» (1987), «Ώρες αγωνίας» (1990) και “The Sunchaser”, που υπήρξε η τελευταία ολοκληρωμένη ταινία του το 1996.
Ομοσπονδιακός δικαστής κάλεσε τον ηθοποιό Λεονάρντο Ντι Κάπριο να καταθέσει σε αγωγή που έχει ασκήσει ένα πρώην στέλεχος της χρηματιστηριακής εταιρίας Stratton Oakmont για συκοφαντική δυσφήμηση, σχετικά με τον τρόπο που απεικονίζεται μέσα από έναν κεντρικό χαρακτήρα στην ταινία «Ο Λύκος της Γουόλ Στριτ» του Μάρτιν Σκορτσέζε. Ο ενάγων, Άντριου Γκριν, υπέβαλε μήνυση το 2014, ζητώντας περισσότερα από 50 εκατομμύρια δολάρια, τονίζοντας ότι συκοφαντήθηκε, καθώς ένας από τους πρωταγωνιστές της ταινίας, ο Νίκι «Ρούγκρατ» Κόσκοφ, ένας χαρακτήρας με αμφισβητούμενη ηθική και δεοντολογία, έχει βασιστεί σε αυτόν. Η εταιρεία παραγωγής Paramount Pictures ανέφερε πως ο Κόσκοφ ήταν ένας «σύνθετος χαρακτήρας» εμπνευσμένος από πολλά άτομα, μεταξύ αυτών και ο Γκριν. Ο Ντι Κάπριο ενσάρκωσε τον Τζόρνταν Μπέλφορτ, έναν απατεώνα χρηματιστή που ίδρυσε τη Stratton Oakmont, τα απομνημονεύματα του οποίου εκδόθηκαν το 2007 και αποτέλεσαν τη βάση της ταινίας. Ο Γκριν ήταν παιδικός φίλος του Μπέλφορτ.
Πέθανε σε ηλικία 86 ετών ο Ιταλός ηθοποιός και σκηνοθέτης Bud Spencer (Μπαντ Σπένσερ). O διάσημος πρωταγωνιστής των σπαγγέτι γουέστερν της δεκαετίας του ’60 και ’70 πέθανε χθες Δευτέρα (27/6) στη Ρώμη. Ο Ιταλός πρωθυπουργός Ματέο Ρέντσι τον αποχαιρέτησε με ένα tweet στο οποίο αναφέρει: «Αντίο Μπαντ Σπένσερ, σε αγαπήσαμε πολύ». Ο Κάρλο Πεντερσόλι, όπως ήταν το πραγματικό του όνομα, γεννήθηκε στη Νάπολη στις 31 Οκτωβρίου 1929 και αργότερα μετακόμισε με την οικογένειά του στη Ρώμη. Από νεαρή ηλικία διακρίθηκε στην κολύμβηση και την υδατοσφαίριση. Το 1950, ήταν ο πρώτος Ιταλός που κολύμπησε τα 100 μέτρα σε λιγότερο από ένα λεπτό. Όταν εγκατέλειψε την αθλητική του καριέρα στράφηκε στην υποκριτική και ξεκίνησε να παίζει σε western ταινίες αλλά και κωμωδίες. Η καριέρα του απογειώθηκε μαζί με το κινηματογραφικό του δίδυμο, τον Terence Hill (Τέρενς Χιλ), με τον οποίο έπαιξαν σε πάνω από είκοσι ταινίες ξεκινώντας το 1968 με το σπαγγέτι γουέστερν “God Forgives, I Don’t”, δηλαδή «ο θεός συγχωρεί, εγώ όχι». Ο ίδιος είχε δηλώσει πως επέλεξε το ψευδώνυμο «Μπαντ Σπένσερ» εξαιτίας της αγάπης του στη μπύρα Budweiser και στον Αμερικανό ηθοποιό Σπένσερ Τρέισι. Ο Μπαντ Σπένσερ ήταν παντρεμένος από το 1960 με τη Μαρία Αμάτο με την οποία είχε τρία παιδιά.