του Δημήτρη Τσουκαλά
Φωτογραφίες: Milo Yerol
«Τόσος πολύ κόσμος ξανά εδώ. Ξανά. Ξανά». Ο Νeil Fallon των Clutch μονολογούσε την Τετάρτη 24 Αυγούστου πάνω στη σκηνή, καθώς το Ιερά Οδός Club (αλλαγή της τελευταίας στιγμής) ήταν για ακόμη μια φορά ασφυκτικά γεμάτο, για τη νέα εμφάνιση στην Αθήνα των Αμερικάνων.
Πιτσιρικάδες, πολλές κοπέλες, παιδιά (τρελή μούρη ο -σίγουρα κάτω των 10 ετών- fan που ήταν δίπλα μου μαζί με τον πατέρα του) τριαντάρηδες και αρκετοί μεγαλύτεροι σε ηλικία γέμισαν την Τετάρτη 24 Αυγούστου το venue και κυρίως έδωσαν απίστευτο παλμό σε μια συναυλία, που έχει καθιερωθεί να συγκαταλέγεται στα highlights κάθε χρονιά, όσον αφορά στα live.
To live άνοιξαν οι Τuber, που αποτέλεσαν εξαιρετική επιλογή. Άψογο όσον αφορά τόσο στην απόδοση του όσο και στις συνθέσεις του, το κουαρτέτο από τις Σέρρες που ξεκίνησε την πορεία του από το Ρέθυμνο της Κρήτης ζέστανε για τα καλά το κοινό, που ανταποκρίθηκε με ενθουσιασμό στα instrumental κομμάτια τους. Οι Post rock μελωδίες τους σε συνδυασμό με τα groovατα riffs, τα desert rock στοιχεία και την αγάπη τους για την ψυχεδέλεια δημιούργησαν ένα μείγμα, που δεν άφησε κανέναν ασυγκίνητο. Οι Νίκος & Γιάννης Γερόσταθος, Πάρης Φράγκος και Γιάννης Αρτζόγλου έδωσαν τον καλύτερο εαυτό τους και αφενός η προσπάθεια αφετέρου το τελικό αποτέλεσμα αναγνωρίστηκαν από το κοινό. Ενδεικτικό ήταν το αποθεωτικό χειροκρότημα στο τέλος του –διάρκειας περίπου 50 λεπτών- set τους, που δυστυχώς διακόπηκε πριν προλάβουν να παίξουν το τελευταίο κομμάτι, λόγω προβλήματος με τον ενισχυτή της μιας κιθάρας. Τα παιδιά, όμως, σίγουρα θα προχωρήσουν σε νέες εμφανίσεις μέσα στο χειμώνα στην Αθήνα, έχοντας, μάλιστα, έτοιμη και τη νέα δισκογραφική τους δουλειά, που πρόκειται να παρουσιαστεί τους επόμενους μήνες.
Όσο, όμως, ζεστά και γεμάτα ενθουσιασμό και αν αντιμετώπισε το κοινό τους Tuber, την πραγματική αποθέωση την επιφύλαξε για τον λόγο που οδήγησε όλους μας στο συναυλιακό χώρο: τους Clutch, την μπάντα από το Meryland με τα 25 χρόνια πορείας και τις 11 δισκογραφικές δουλειές, που αποτελεί τον βασικό εκπρόσωπο του southern hard ήχου, που είναι ιδιαίτερα αγαπητός στην Ελλάδα.
Οι αγαπημένοι –όπως φαίνεται- του ελληνικού κοινού ανέβηκαν στη «γυμνή» σκηνή του venue (μόνο το εξώφυλλο του τελευταίου πονήματος τους «Psychic Warfare» υπήρχε πίσω τους) στις 22:30, υπό τους ήχους της κλασσικής funk εισαγωγής, που έχουν καθιερώσει. Με το κλασσικό χαλαρό τους στυλ, όσον αφορά στην εμφάνιση (απλά μονόχρωμα t-shirts, jeans, αθλητικά παπούτσια) για τα επόμενα 90 λεπτά έκαναν το κοινό να παραληρεί με sing alongs και αρκετό headbanging. To setlist είχε αρκετές διαφοροποιήσεις σε σχέση με τις τελευταίες εμφανίσεις τους σε άλλες χώρες, με το Psychic Warfare να έχει μεν την τιμητική του, όπως και αναμενόταν, αλλά να μην λείπουν και ύμνοι από το παρελθόν.
Η αρχή έγινε με το X-Ray Visions και το Firebirds από τον τελευταίο δίσκο, τα οποία αποδόθηκαν χωρίς ενδιάμεση διακοπή για να ακολουθήσουν τα Burning Beard και Decapitation Blues. Στο Son Of Virginia ο Νeil Fallon «έπιασε» για πρώτη φορά την κιθάρα του και μας ταξίδευσε για τα καλά σε αυτό το κομμάτι του αμερικάνικου νότου.
Γενικότερα, για ακόμη μια φορά ο Fallon ήταν αυτός που είχε επιφορτιστεί την επικοινωνία με το κοινό, πηγαίνοντας πάνω-κάτω στη σκηνή, προχωρώντας σε «θεατρινισμούς» αμερικανού ιεροκήρυκα και κάνοντας το δικό του παιχνίδι με τους παρευρισκόμενους, στους οποίους απευθύνθηκε και αρκετές φορές στα ελληνικά (geia sas, efharisto κλπ) Η φωνή του, επίσης, κυμάνθηκε στα γνωστά καλά επίπεδα, αν και κάποιες στιγμές έπρεπε να ξεπεράσει κάποια μικροπροβλήματα με τον ήχο.
Από την πλευρά του ο κιθαρίστας Tim Sult ίδρωσε (κυριολεκτικά) για τα καλά την (καφέ) φανέλα χωρίς –ως συνήθως- να απευθυνθεί στο κοινό ή να απομακρυνθεί πάνω από 30 εκατοστά από την αρχική του θέση στην σκηνή. Αυτό, βέβαια, δεν τον εμπόδισε σε καμία περίπτωση να είναι ξανά πολύ καλός όπως και ο μπασίστας –με μπλούζα Motorhead- Dan Maines , που δεν πρέπει να έκανε ούτε ένα βήμα πάνω στη σκηνή. Συνεπικουρούμενοι από τον καταπληκτικό drummer Jean-Paul Gaster, έδωσαν για ακόμη μια φορά μαθήματα groove.
Το set συνεχίστηκε με τα Noble Savage και Escape from the Prison Planet ενώ στο D.C. Sound Attack, όπου ο Νeil Fallon επιστρατεύει την φυσαρμόνικα αλλά και την «κουδούνα» του, έχω την αίσθηση πως έγινε και το πρώτο crowd surfing της βραδιάς.
Spacegrass και Sucker for the Witch ακολούθησαν για τη συνέχεια μέχρι το νέο «A quick death in Texas», όπου επίσης έγινε χαμός. Behold the Colossus και Cypress Grove έστρωσαν τον δρόμο για την καλύτερη στιγμή της βραδιάς, όταν το ελληνικό κοινό για ακόμη μια χρονιά «παρανόησε» στο άκουσμα του «The Regulator»
Για να καταλάβετε, η αντίδραση του κοινού ήταν τέτοια που ο Neil Fallon ανέφερε πως ανυπομονούσαν για τη συναυλία αυτή στην Αθήνα και τόνισε λίγο πριν το (τελευταίο κομμάτι του set) Gravel Road, πως «ωραία είναι τα γιγαντιαία φεστιβάλ, αλλά οι βραδιές όπως η αποψινή είναι που μετράνε».
Η άποψή του, μάλλον, θα επιβεβαιώθηκε και με το παραπάνω στη διάρκεια του encore όταν οι «ύμνοι» The Mob goes wild και Electric Worry/One Eye Dollar οδήγησαν σε πανδαιμόνιο και απίστευτο πανικό μέσα στο Iερά Οδός Club…
Για άλλη μια χρονιά, οι Clutch, λοιπόν, αποδείχθηκαν πιστοί στο ραντεβού τους. Όπως πάντα μας επισκέφθηκαν μέσα στο καλοκαίρι και σε κλειστό συναυλιακό χώρο κι όπως συνήθως ήταν απλά καταπληκτικοί.
Μπορεί να μην έπαιξαν κάποια κομμάτια που ίσως και να περιμέναμε (πχ. Crucial Velocity, Earth Rocker, Profits of Doom) ή να μην μας έκαναν κάποια έκπληξη (πχ Ghost,Gone Cold, The Face), αλλά σίγουρα θα υπάρξουν και άλλες φορές…
Πολλές ακόμη…
Setlist:
- X-Ray Visions
- Firebirds
- Burning Beard
- Decapitation Blues
- Son Of Virginia
- Noble Savage
- Escape from the Prison Planet
- C. Sound Attack
- Spacegrass
- Sucker for the Witch
- A quick death in Texas
- Behold the Colossus
- Cypress Grove
- The Regulator
- Gravel Road
Encore
- The Mob goes wild
- Electric Worry/One Eye Dollar